Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 21 Σεπτεμβρίου 2025, Μετὰ τὴν Ὕψωσιν (Μάρκ. η΄ 34 – θ΄1)
Εἶπεν ὁ Κύριος· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Τὸ δῶρο τῆς ἐλευθερίας
Ἡ «Κυριακή μετὰ τὴν Ὕψωσιν», ὅπως ὀνομάζεται ἡ σημερινὴ Κυριακή, ἐπαναφέρει στὴ σκέψη μας τὰ ἱερὰ νοήματα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, τὴν ὁποία ἑορτάσαμε πρὶν ἀπὸ μία ἑβδομάδα. Στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας ἀκούσαμε τὸν Κύριο νὰ καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν»· δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἀρχίζει τὴ φράση του ὁ Χριστός. Στὶς λέξεις αὐτὲς κρύβεται ἕνα μεγάλο δῶρο, ποὺ μᾶς ἔχει χαρίσει ὁ Θεός, κι αὐτὸ εἶναι ἡ ἐλευθερία. Ἐνῶ ὡς παντοδύναμος κυβερνήτης τοῦ κόσμου ἔχει τὸ δικαίωμα καὶ τὴν ἀπόλυτη ἐξουσία νὰ μᾶς κρατήσει μὲ τὴ βία κοντά Του, ὡστόσο σέβεται τὴν ἐλευθερία μας. Ἀκόμη καὶ γιὰ νὰ μᾶς εὐεργετήσει, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσει καὶ νὰ μᾶς σώσει, ζητεῖ τὴ συγκατάθεσή μας.
Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἐπισημαίνει ὅτι «τὸ αὐτοκρατές τε καὶ ἀδέσποτον ἴδιόν ἐστι τῆς θείας μακαριότητος» (PG 46, 524). Δηλαδή, τὸ νὰ ἔχει κάποιος τὴ δυνατότητα νὰ κατευθύνει ἐλεύθερα τὸν ἑαυτό του, χωρὶς νὰ τοῦ ὁρίζει κάποιος ἄλλος τί νὰ κάνει, εἶναι χαρακτηριστικὸ ἰδίωμα τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι βασικὸ συστατικὸ γνώρισμά μας λοιπὸν ἡ ἐλευθερία, τὸ αὐτεξούσιο. Τὸ νὰ ἐπιλέγουμε τὸ ἀγαθὸ ἢ τὸ κακό· τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ τὴν ὑποχώρησή μας στὶς προκλήσεις τοῦ διαβόλου. Μόνο μὲ προϋπόθεση τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεσή μας μποροῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Κύριο. Μόνο τότε μποροῦμε νὰ θυσιάσουμε τὴ βούλησή μας καὶ νὰ ὑποταχθοῦμε στὴ δική του θεία βουλή· χωρὶς φόβο καὶ πίεση, ἀλλὰ μὲ καρδιὰ πραγματικὰ ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε ἐπίγεια προοπτική.
2. Μὲ ἀπόφαση θανάτου
«Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του κι ἂς εἶναι ἕτοιμος νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του», συνεχίζει τὴ φράση του ὁ Κύριος. Δηλαδή, νὰ δεχθεῖ γιὰ Ἐμένα ἀκόμη καὶ θάνατο σταυρικό: «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Μὲ τὶς λέξεις αὐτὲς ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ ζοῦμε ὡς μελλοθάνατοι στὴν παρούσα ζωή. Διότι σταυρὸς σημαίνει θάνατος, θυσία, προσφορὰ τῶν πάντων, ἀκόμη καὶ αὐτῆς τῆς ζωῆς μας γιὰ τὸν Χριστό.
Ἀσφαλῶς, στὶς περιοχὲς τοῦ κόσμου ὅπου διώκεται ὁ Χριστιανισμός, ἄρση σταυροῦ σημαίνει σταθερότητα στὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μὲ ὁποιοδήποτε κόστος, ἀκόμη καὶ μὲ θάνατο μαρτυρικό. Ἐκεῖ ὅμως ὅπου δὲν ὑπάρχει αἱματηρὸς διωγμὸς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, σηκώνουμε τὸν σταυρό μας οἱ πιστοί, ὅταν προβαίνουμε σὲ θυσίες γιὰ τὸν Κύριο. Ὅταν, γιὰ παράδειγμα, θυσιάζουμε φιλίες ἐπιβλαβεῖς γιὰ τὴν ψυχή μας, συνήθειες ἁμαρτωλές, ἐνάντιες στὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου· ὅταν θυσιάζουμε τὸν χρόνο μας, τὴν ἄνεσή μας, τὶς ἀνθρώπινες ἐπιδιώξεις μας, προκειμένου νὰ μείνουμε πιστοὶ στὸ δικό του θέλημα· ὅταν θυσιάζουμε τὸ δίκιο μας καὶ φερόμαστε μὲ ἀγάπη καὶ ἀνεξικακία σ᾿ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔβλαψε· ὅταν θυσιάζουμε ὑλικὲς ἀπολαβὲς ἢ ἐπαγγελματικὲς προοπτικὲς γιὰ νὰ φερθοῦμε νόμιμα, ἠθικά. Κάθε θυσία γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι ἕνας σταυρὸς στὴν πλάτη μας, μικρὸς ἤ μεγάλος, μιὰ ἐπιβεβαίωση ὅτι εἴμαστε δικοί του, ἀκόλουθοί του στὴν πορεία του πρὸς τὸν Γολγοθᾶ.
3. Ἡ αἰώνια ἀξία τῆς ψυχῆς
Στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς ὁ Κύριος τονίζει τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, συγκρίνοντάς τη μὲ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά: «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» Δηλαδή, τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο, ἂν κερδίσει ὅλο τὸν ὑλικὸ κόσμο καὶ στὸ τέλος χάσει τὴν ψυχή του; Ὁ Κύριος βάζει στὴ ζυγαριὰ ὅλο τὸν ὑλικὸ κόσμο, μὲ τὰ πλούτη, τὶς τιμὲς καὶ τὶς ἀπολαύσεις του ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ καὶ τὴν ἀθάνατη ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἄλλη. Συγκρίνει τὰ ἐγκόσμια μὲ τὰ ἐπουράνια, τὰ πρόσκαιρα μὲ τὰ αἰώνια, τὰ ὑλικὰ μὲ τὰ πνευματικά.
Ὑπάρχει, ἀλήθεια, σύγκριση; Ὑπάρχει μήπως σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο κάτι ἰσάξιο μὲ τὴν ἀθάνατη ψυχή; Μπροστὰ στὴν ψυχή μας τί ἀξία ἔχουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθά; Αὐτὸς ποὺ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν ψυχή του, τελικὰ οὔτε τὰ ἐπίγεια ἀγαθά του μπορεῖ νὰ χαρεῖ. Ὅσα χρήματα κι ἂν ἔχει στοὺς τραπεζικοὺς λογαριασμούς του, ὅσα κτήματα κι ἂν ἀποκτήσει, ὅσες προαγωγὲς κι ἂν πάρει, παραμελώντας τὴν ψυχή του νιώθει ἄδειος, δυστυχισμένος, χωρὶς νόημα στὴ ζωή, πνιγμένος στὴ γκρίνια, στὴν καχυποψία καὶ στὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως.
Ἂς μὴν ἀδιαφοροῦμε συνεπῶς γιὰ τὴν ψυχή μας. Γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία της ὁ Κύριος πρόσφερε τὸ ἀτίμητο Αἷμα του κατὰ τὴ σταυρική του θυσία. Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἀναδεικνύει τὴν ἀνυπολόγιστη ἀξία της. Ἡ ψυχή μας ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ κάθε τι τὸ ἐπίγειο καὶ ὑλικό. Ἔχει ἀξία αἰώνια.
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 21 Σεπτεμβρίου 2025, μετὰ τὴν Ὕψωσιν (Γαλ. β΄ 16-20)
16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
16 Ἐπειδή ὅμως μάθαμε ἀπό τήν προσωπική μας πείρα ὅτι δέν γίνεται δίκαιος ὁ ἄνθρωπος καί δέν σώζεται μέ τήν τήρηση τῶν τυπικῶν διατάξεων τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου ἀλλά μόνο μέ τήν πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό, γι’ αὐτό λοιπόν κι ἐμεῖς πιστέψαμε στόν Ἰησοῦ Χριστό, γιά νά γίνουμε δίκαιοι καί νά σωθοῦμε ἀπό τήν πίστη στό Χριστό καί ὄχι ἀπό τά ἔργα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου. Διότι, ὅπως ἀναφέρεται καί στούς ψαλμούς, μέ τά ἔργα τοῦ νόμου δέν θά δικαιωθεῖ καί δέν θά σωθεῖ κανένας ἄνθρωπος. 17 Ἀλλά ἐάν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ τήρηση τοῦ νόμου εἶναι ἐπιβεβλημένη, καί συνεπῶς ἐμεῖς πού ἀφήσαμε τό νόμο ἁμαρτήσαμε καί βρεθήκαμε νά εἴμαστε ἁμαρτωλοί μόνο καί μόνο ἐπειδή ζητοῦμε νά δικαιωθοῦμε καί νά σωθοῦμε μέ τήν πίστη καί τήν κοινωνία μας μέ τόν Χριστό, τότε γεννιέται τό ἄτοπο ἐρώτημα: Ἄρα ὁ Χριστός εἶναι ὑπηρέτης ἁμαρτίας, ἀφοῦ αὐτός μᾶς ὤθησε νά ἀφήσουμε τό νόμο; Μή συμβεῖ νά ποῦμε μιά τέτοια βλασφημία. 18 Καί καταλήγουμε ὁπωσδήποτε στή βλασφημία αὐτή, ἐάν δεχθοῦμε ὡς ἀληθινή τήν ὑπόθεση πού κάναμε. Διότι, ἐάν ἐκεῖνα πού κατάργησα καί ἀθέτησα ὡς ἀνώφελα, δηλαδή τίς τυπικές διατάξεις τοῦ νόμου, αὐτά πάλι τά τηρῶ ὡς ἀναγκαῖα καί ἀπαραίτητα γιά τή σωτηρία, μέ τήν ἐπάνοδό μου αὐτή στήν τήρηση τοῦ νόμου ἀποδεικνύω τόν ἑαυτό μου παραβάτη· διότι βεβαιώνω ἔμπρακτα ὅτι ἔκανα λάθος πρωτύτερα πού ἀθέτησα τό νόμο, καί ἁμάρτησα ὅταν προτίμησα τή σωτηρία πού δίνει ὁ Χριστός. 19 Ἀλλά ὄχι. Δέν ἁμάρτησα, οὔτε εἶμαι παραβάτης. Διότι ἐγώ μέ κριτήριο τό νόμο πού κατάργησα καί ὁ ὁποῖος τιμωρεῖ μέ θάνατο κάθε παραβάτη του, πέθανα ὡς πρός τό νόμο, γιά νά ζήσω γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ. 20 Μέ τό βάπτισμα ἔχω σταυρωθεῖ κι ἔχω πεθάνει μαζί μέ τόν Χριστό. Κι ἀφοῦ εἶμαι νεκρός, δέν ἔχει πλέον καμία ἰσχύ γιά μένα ὁ νόμος. Ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι νεκρός. Λοιπόν δέν ζῶ πλέον ἐγώ, ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός. Καί τή φυσική ζωή πού ζῶ μέσα στό σῶμα μου τώρα πού ἐπέστρεψα στό Χριστό, τή ζῶ μέ τήν ἔμπνευση καί τήν κυριαρχία τῆς πίστεως στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπησε καί παρέδωσε τόν ἑαυτό του γιά τή σωτηρία μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου