Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο της Κυριακής 17-11-24

Κυριακὴ Θ΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 17 Νοεμβρίου 2024

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 17 Νοεμβρίου 2024, Θ΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιβ΄ 16-21)

16 Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· 17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 18 καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, 19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. 20 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 21 οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

16 Τούς εἶπε μάλιστα καί μία παραβολή: Κάποιου πλου­­σίου ἀνθρώπου τά ἐκτεταμένα του χωράφια ἀπέδωσαν ἄφθονη σοδειά καί μεγάλη παραγωγή. 17 Ἀντί ὅμως νά εὐχαριστήσει τόν Θεό καί νά εὐχα­ριστηθεῖ κι ὁ ἴδιος γιά τήν εὐφορία αὐτή, συλλογιζόταν μέ­­σα του, ἀγωνιοῦσε κι ἀναστατωνόταν λέγοντας: Τί νά κάνω, διότι δέν ἔχω ποῦ νά μαζέψω τούς καρπούς τῶν χω­ρα­φιῶν μου πού μοῦ περισσεύουν; Θέλω νά γί­­­­­νουν ὅλοι δικοί μου, γιά νά τούς ἀπολαύσω μόνος μου. 18 Τελικά, ὕστερα ἀπό μεγάλη σκέψη καί συλλογισμό, εἶπε: Αὐτό θά κάνω: Θά γκρεμίσω τίς ἀπο­θῆκες μου καί θά κτίσω μεγαλύτερες καί πιό εὐρύχωρες. Καί θά μαζέψω ἐκεῖ ὅλη τή σοδειά μου καί τά ἀγαθά μου, 19 καί σάν ἄνθρωπος πού μόνο τίς ἀπολαύσεις τῆς κοι­λι­ᾶς γνώρισα θά πῶ στήν ψυχή μου: Ψυχή, ἔχεις πολλά ἀγαθά, πού εἶναι ἀποθηκευμένα καί σοῦ φτάνουν γιά πολλά χρόνια. Μή σκοτίζεσαι πλέον γιά τίποτε, ἀλλά ἀπό­­λαυσε μιά ζωή ἀναπαυτική· φάε, πιές, γέμισε χαρά. 20 Ἀφοῦ ὅμως τά ἑτοίμασε ὅλα, πρίν ἀκόμη προφθάσει νά πεῖ στήν ψυχή του τά ὅσα σχεδίαζε, τοῦ εἶπε ὁ Θεός εἴτε μέσα ἀπό τή συνείδησή του εἴτε στόν ὕπνο του: Ἄμυαλε καί ἀνόητε ἄνθρωπε, πού στήριξες τήν εὐτυχία σου μόνο στίς ἀπολαύσεις τῆς κοιλιᾶς καί νόμισες ὅτι ἡ μακροζωία σου ἐξαρτιόταν ἀπό τά πλούτη σου καί ὄχι ἀπό μένα· τή νύχτα αὐτή, πού ἐδῶ καί πολύ καιρό ὀνειρευόσουν ὡς νύχτα εὐτυχίας καί νόμιζες ὅτι θά ἄρχιζε ἀπό δῶ καί πέρα ἡ ἀναπαυτική καί ἀπολαυστική ζωή σου, οἱ φοβεροί δαίμονες ἀπαιτοῦν νά πάρουν τήν ψυχή σου. Σέ λίγο θά πεθάνεις. Αὐτά λοιπόν πού ἑτοίμασες καί ἀποθήκευσες σέ ποιόν θά ἀνήκουν καί σέ ποιούς κληρονόμους θά περιέλθουν; 21 Ἔτσι θά τήν πάθει καί τέτοιο τέλος θά ἔχει ἐκεῖνος πού θησαυρίζει γιά τόν ἑαυτό του, γιά νά ἀπολαμβάνει ἐγωιστικά αὐτός καί μόνο τά ἀγαθά τῆς γῆς, καί δέν ἀπο­ταμιεύει μέ τά ἔργα τῆς ἀγάπης στόν οὐρανό θη­σαυ­ρούς πνευματικούς. Μόνο σ’ αὐτούς τούς θησαυρούς εὐ­α­ρε­στεῖται ὁ Θεός.

 

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 17 Νοεμβρίου 2024

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 17 Νοεμβρίου 2024, ΚΑ΄ Κυριακῆς Ἐπιστολῶν (Γαλ. β΄ 16-20)

Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ­μεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπι­στεύ­σαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.

ΓΙΑ ΜΕΝΑ!

«…ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ»

Μὲ τὸν λόγο αὐτὸ ποὺ ἀκούσαμε στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία φανερώνεται στὴ θυσία του γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Κάνει δὲ ἐντύπωση ὅτι ὁ Ἀπόστολος προσδίδει ἕναν τόνο προσωπικὸ στὸν λόγο του. Σὰν νὰ θυ­σιάσθηκε ὁ Κύριος προσωπικὰ γι᾿ αὐτὸν καὶ ἔδειξε ἔτσι τὴν ξεχωριστὴ ἀγάπη του γιὰ τὸν Παῦλο. Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Ἀ­ποστόλου μᾶς δίνει ἀφορμὴ νὰ δοῦμε ὅτι ὁ Κύριος ἀγαπᾶ τὸν καθένα μας προσωπικά, καὶ ὅτι ἀνταποκρινό­μαστε στὴν ἀγάπη του μὲ τὴν εὐγνωμοσύνη καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν του.

1. Ἀγάπη προσωπικὴ

Ἀσφαλῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκφρασθεῖ μὲ λέξεις μέσα σὲ λίγες γραμμές. Ἄλλωστε τὸ μέγεθός της δὲν χωρεῖ στὸν μικρὸ ἀνθρώπινο νοῦ. Κάτι ἴσως κατανοοῦμε, ὅταν ἀναλογιζόμαστε τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ παραλύει κάθε ἀνθρώπινος συλλογισμός, εἶναι στὸ ὅτι ὁ Κύριος ἐνήργησε ὅλο τὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας του γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά. Μὲ ἁπλὰ λόγια, ὅλα τὰ ὑπέστη προσωπικὰ γιὰ μένα! «Νηπιάζει δι᾿ ἐμὲ ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν», ἀναφέρει ἕνα τροπάριο τῆς Ὑπαπαντῆς. Γεννήθηκε, ἔγινε νήπιο γιὰ τὴ δική μου σωτηρία ὁ Ἄναρχος Θεός. Ἐπιπλέον δὲ θυσιάσθηκε, σταυρώθηκε γιὰ μένα. «Ἐσταυρώθης δι᾿ ἐμέ, ἵνα ἐμοὶ πηγάσῃς τὴν ἄφεσιν», ψάλλουμε στὴν ὑμνολογία τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Σὰν νὰ ἤμουν ὁ μόνος ἄνθρωπος ἐπάνω στὴ γῆ. Μᾶλλον, ἀκόμη κι ἂν ἤμουν ὁ μόνος ἄνθρωπος ἐπάνω στὴ γῆ, ὁ Κύριος θὰ γινόταν ἄνθρωπος καὶ θὰ θυσιαζόταν ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη γιὰ μένα, γιὰ τὴ δική μου σωτηρία.

Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ἀποτυπώνεται στὴ θαυμάσια παραβολὴ τοῦ «ἀπολωλότος προβάτου», τὴν ὁποία διηγήθηκε κάποτε ὁ Κύριος. Περιγράφει ἐκεῖ ὅτι ὁ Καλὸς Ποιμένας, δηλαδὴ ὁ Θεός, ἀφήνει τὰ ὑπόλοιπα πρόβατα τῆς ποίμνης του καὶ «πορεύεται ἐπὶ τὸ ἀπολωλὸς ἕως οὗ εὕρῃ αὐτό» (Λουκ. ιε΄ 4). Τρέχει νὰ ἀναζητήσει αὐτὸ τὸ ἕνα ποὺ χάθηκε, ποὺ παραστράτησε. Κι ὅταν τὸ βρεῖ, μὲ στοργὴ τὸ παίρνει στοὺς ὤμους του καὶ τὸ ἐπαναφέρει χαρούμενος στὴν ποίμνη του.

Γιὰ τὸν Θεό, λοιπόν, δὲν εἴμαστε ἀ­ρι­θμοὶ ἑνὸς μεγάλου συνόλου, ἀλλὰ πρόσ­ωπα μοναδικά, ποὺ τὸ καθένα ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν κτίση. «Οὕτως ἕκαστον ἄνθρωπον τοσούτῳ μέτρῳ ἀγάπης φιλεῖ, ὅσῳ τὴν οἰκουμένην ἅπασαν», ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (ΕΠΕ 20, 280). Τόσο πολὺ ἀγαπᾶ τὸν κάθε ἄνθρωπο ὁ Θεός, ὅσο ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Πῶς μπορῶ, ἀλήθεια, νὰ ἀνταποκριθῶ στὴν ἀγάπη του, στὴ θυσία του γιὰ μένα;

2. Ἡ ἀνταπόδοση

Νὰ ἀνταποδώσω πλήρως ὅσα ὁ Κύριος πρόσφερε γιὰ μένα, δὲν μπορῶ. Ἡ θυσία του ἔχει ἀξία ἄπειρη. Αὐτὸ ποὺ μπορῶ νὰ κάνω ὅμως εἶναι νὰ συναισθάνομαι, νὰ ἀναλογίζομαι τὴ θυσία τοῦ Κυρίου, ὅλα αὐτὰ ποὺ ὑπέστη γιὰ μένα ὁ Χριστός, γιὰ τὴ δική μου λύτρωση, γιὰ τὴ δική μου σωτηρία. «Μνείᾳ μνησθήσῃ ὅσα ἐποίησε Κύριος ὁ Θεός σου» (Δευτ. ζ΄ 18). Νὰ θυμᾶσαι ὅσα ἔκανε γιὰ χάρη σου ὁ Κύριος, μᾶς ἐπισημαίνει ὁ αἰώνιος λόγος του στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Νὰ τὰ θυμᾶμαι ἑπομένως καὶ νὰ Τὸν εὐγνωμονῶ.

Ἐπιπλέον δὲ νὰ Τοῦ προσφέρω κι ἐγὼ ὅ,τι πιὸ πολύτιμο ἔχω· τὴ δική μου ἀγάπη, τὴν καρδιά μου. Ἐκεῖ ἀναπαύεται ὁ Θεός. «Δός μοι, υἱέ, σὴν καρδίαν, οἱ δὲ σοὶ ὀφθαλμοὶ ἐμὰς ὁδοὺς τηρείτωσαν» (Παρ. κγ΄ 26), μᾶς καλεῖ. Παιδί μου, δῶσε μου τὴν καρδιά σου, ὥστε νὰ κατοικήσω μέσα σου. Τὰ μάτια σου ἂς προσέχουν μόνο τὶς ἐντολές μου καὶ ὄχι τὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου. Ἡ ἀγάπη μας στὸν Θεὸ θὰ ἀποτυπώνεται στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν του· στὴν ἐφαρμογὴ τοῦ δικοῦ του θείου θελήματος ἀκόμη καὶ στὶς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας. «Ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με» (Ἰω. ιδ΄ 21), εἶχε πεῖ ὁ Χριστός. Δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ ἐγκολπώθηκε τὶς ἐντολές μου καὶ τὶς τηρεῖ, ἐκεῖνος μόνο μὲ ἀγαπᾶ πραγματικά.

Αὐτὴ εἶναι λοιπὸν ἡ καλύτερη ἀνταπόδοση στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν καθένα μας· ἡ εὐγνωμοσύνη καὶ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν του. Ὅταν εὐγνωμονῶ τὸν Θεὸ γιὰ τὶς ἀναρίθμητες εὐεργεσίες του σὲ μένα καὶ ἀκολουθῶ τὸ δικό του θέλημα, τότε μπορῶ νὰ ὁμολογῶ κι ἐγὼ μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὅτι ζῶ σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μου στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀγάπησε καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό του γιὰ τὴ δική μου σωτηρία.

 https://www.osotir.org/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου