Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της Κυριακής 28 Απριλίου 2024 – Κυριακή των Βαΐων(ΣΤ΄ Κυριακή των Νηστειών)
Ευαγγ. Ανάγνωσμα
(ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΒ´ 1 – 18)
Ὁ οὖν Ἰησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· Διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς·
Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἐκραύγαζον· Ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.
Απόδοση σε απλή γλώσσα:
(ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΒ´ 1 – 18)
Ο Ἰησοῦς, λοιπόν, χωρὶς νὰ ἐμποδισθῇ ἀπὸ τὴν ἐπιβουλὴν αὐτὴν τῶν ἐχθρῶν του, ἓξ ἡμέρας πρὸ τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἦλθεν εἰς τὴν Βηθανίαν, ὅπου ἦτο ὁ Λάζαρος, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἀποθάνει καὶ τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος ἀνέστησεν ἐκ νεκρῶν. Λόγῳ δὲ τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης, ποὺ ἐξ αἰτίας τοῦ θαύματος ᾐσθάνοντο οἱ συγγενεῖς τοῦ Λαζάρου πρὸς αὐτόν, τοῦ ἔκαμαν δεῖπνον ἐκεῖ καὶ ἡ Μάρθα ὑπηρέτει. Ὁ δὲ Λάζαρος ἦτο ἕνας ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐκάθηντο καὶ συνέτρωγον εἰς τὸ τραπέζι μαζί του. Ἐν τῷ μεταξὺ ἡ Μαρία, ἀφοῦ ἠγόρασε περὶ τὰ ἑκατὸν δράμια μύρον κατασκευασμένον ἀπὸ ἓν εἶδος τοῦ ἀρωματικοῦ φυτοῦ τῆς βαλεριάνας, τὸ ὁποῖον καλεῖται νάρδος, μύρον γνήσιον καὶ ἀνόθευτον καὶ πάρα πολὺ ἀκριβόν, ἤλειψε μὲ αὐτὸ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ ἔπειτα ἐκδηλοῦσα τὴν βαθεῖαν ταπείνωσίν της πρὸς τὸν Ἰησοῦν ἐκαθάρισε μὲ τὰς τρίχας τῆς κεφαλῆς της τοὺς πόδας του· ἡ οἰκία δὲ ἐγέμισεν ἀπὸ τὴν εὐωδίαν τοῦ μύρου. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴν πρᾶξιν αὐτὴν τῆς Μαρίας εἶπεν ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητάς του, ὁ Ἰοδας ὁ υἱὸς τοῦ Σίμωνος ὁ Ἰσκαριώτης, ἐκεῖνος ποὺ ἔμελλε νὰ τὸν παραδώσῃ διὰ προδοσίας εἰς τοὺς σταυρωτάς του. Τὸ μύρον αὐτὸ ἀντὶ νὰ χυθῇ καὶ σπαταληθῇ ἄσκοπα, διατὶ δὲν ἐπωλήθη ἀντὶ τριακοσίων δηναρίων, ἤτοι ἀντὶ διακοσίων πεντήκοντα περίπου χρυσῶν δραχμῶν, καὶ δὲν ἐδόθη τὸ ἀντίτιμόν του ἐλεημοσύνη εἰς τοὺς πτωχούς; Εἶπε δὲ τοῦτο, ὄχι διότι ἐνδιεφέρετο διὰ τοὺς πτωχούς, ἀλλὰ διότι ἦτο κλέπτῃς καὶ εἶχεν αὐτὸς τὸ κυτίον τῶν συνεισφορῶν καὶ κατεκράτει κρυφίως ὑπὲρ τοῦ ἑαυτοῦ του τὰ ριπτόμενα εἰς αὐτὸ χρήματα. Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς ἤκουσε τὴν ἐπίκρισιν αὐτήν, εἶπεν· Ἄφησέ την ἥσυχον καὶ μὴ τὴν ἐλέγχῃς. Ἡ γυναῖκα αὐτὴ σὰν νὰ προησθάνετο, ὅτι πρόκειται μετ’ ὀλίγον νὰ ταφῶ, ἔχει φυλάξει τὸ μύρον αὐτὸ ὡς συμβολισμὸν καὶ προαναγγελίαν τῆς διὰ μύρου ἑτοιμασίας τοῦ σώματός μου κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ταφῆς μου. Μὴ τὴν ἐμποδίζετε λοιπόν. Διότι τοὺς πτωχοὺς τοὺς ἔχετε πάντοτε μαζί σας, καὶ μπορεῖτε εἰς οἰανδήποτε στιγμὴν νὰ τοὺς ἐλεήσετε, ἐμὲ ὅμως δὲν μὲ ἔχετε πάντοτε, διότι μετ’ ὀλίγον θὰ ἀποθάνω. Ἀπὸ τὸ δεῖπνον λοιπὸν αὐτὸ καὶ ἀπὸ ὅσα συνέβησαν κατ’ αὐτό, ἔμαθε λαὸς πολὺς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εὑρίσκετο εἰς Βηθανίαν καὶ ἦλθον ἐκεῖ ὄχι μόνον διὰ τὸν Ἰησοῦν, ἀλλὰ διὰ νὰ ἴδουν καὶ τὸν Λάζαρον, τὸν ὁποῖον ἀνέστησεν ἐκ νεκρῶν. Κατόπιν ὅμως αὐτοῦ ἀπεφάσισαν οἱ ἀρχιερεῖς νὰ θανατώσουν καὶ τὸν Λάζαρον, διότι ἐξ αἰτίας του πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ἐπῆγαν εἰς τὴν Βηθανίαν διὰ νὰ βεβαιωθοῦν, ἐὰν πράγματι ἀνεστήθη ἐκ νεκρῶν καὶ ὅταν διεπίστωναν τοῦτο, ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τὴν κατόπιν ἀπὸ τὸ δεῖπνον ἡμέραν λαὸς πολύς, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἔλθει εἰς τὴν ἑορτήν, ὅταν ἤκουσαν ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἐπῆραν εἰς τὰ χέρια τους κλαδιὰ ἀπὸ τὶς χουρμαδιές, ποὺ ἦσαν κατὰ μῆκος τοῦ δρόμου καὶ ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν πόλιν διὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν καὶ ἐφώναζαν δυνατά· Δόξα καὶ τιμὴ εἰς αὐτὸν ποὺ ὑποδεχόμεθα· εὐλογημένος καὶ δοξασμένος νὰ εἶναι αὐτός, ποὺ ἔρχεται ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριον ὡς ἀντιπρόσωπός του. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἔνδοξος βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ τόσον καιρὸν ἐπεριμέναμεν. Ἐζήτησε δὲ καὶ εὗρεν ὁ Ἰησοῦς ἕνα πουλαράκι καὶ ἐκάθησεν ἐπ’ αὐτοῦ, σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι γραμμένον εἰς τὸν προφήτην Ζαχαρίαν· Μὴ φοβεῖσαι, Ἱερουσαλήμ, κόρη τοῦ ὄρους Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται, ὄχι σὰν τύραννος καὶ κατακτητὴς ἐπὶ ἵππου ἢ ἅρματος πολεμικοῦ, ἀλλὰ καθήμενος ἐπάνω εἰς πουλάριον ὄνου. Τί ἐσήμαιναν δὲ οἱ λόγοι αὐτοὶ τοῦ Ζαχαρίου, δὲν ἐνόησαν οἱ μαθηταί του εἰς τὰς ἀρχάς, κατὰ τὴν ὥραν τῆς θριαμβευτικῆς του ταύτης εἰσόδου, ἀλλ’ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐδοξάσθη διὰ τῆς ἀναστάσεως καὶ ἀναλήψεως αὐτοῦ, τότε, ποὺ ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἐνεθυμήθησαν, ὅτι τὰ προφητικὰ αὐτὰ λόγια τοῦ Ζαχαρίου ἦσαν δι’ αὐτὸν γραμμένα. Καὶ ἀκριβῶς διὰ νὰ πληρωθῇ ἡ προφητεία αὐτή, συνειργάσθησαν χωρὶς νὰ τὸ ἐννοοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ ἔκαμαν διὰ τὸν Ἰησοῦν ταῦτα. Κατὰ τὴν ὑποδοχὴν λοιπὸν ἐκείνην ἔδιδε μαρτυρίαν περὶ τοῦ θαύματος τοῦ Λαζάρου εἰς ὅσους δὲν τὸ εἶχαν ἴδει, ὁ λαός, ποὺ ἦτο τότε μαζί του, ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐφώναξεν ἀπὸ τὸ μνημεῖον τὸν Λάζαρον καὶ τὸν ἀνέστησεν ἐκ νεκρῶν. Δι’ αὐτὸ καὶ τὸν προϋπάντησαν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, διότι ἤκουσαν ἀπὸ τοὺς αὐτόπτας μάρτυρας, ὅτι αὐτὸς εἶχε κάμει τὸ μέγα τοῦτο θαῦμα.
1. ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
Ἀρκετές ἡμέρες πρίν τήν Κυριακή τῶν Βαΐων ὁ Κύριος στήν μικρή πόλι τῆς Βηθανίας εἶχε κάνει τό μεγαλύτερο θαῦμα Του. Ἀνέστησε τόν Λάζαρο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐπί τέσσερις ἡμέρες στόν τάφο νεκρός. Τό γεγονός αὐτό ἐντυπωσίασε τά πλήθη τοῦ λαοῦ. Καί γιά νά ἀποφύγῃ ὁ Κύριος τόν ἀσύνετο ἐνθουσιασμό τους, ἀλλά καί τίς ἀντιδράσεις τῶν Φαρισαίων, ἀπομακρύνθηκε πρός τήν ἔρημο τῆς πόλεως Ἐφραίμ.
Καθώς ὅμως τώρα πλησιάζει ἡ μεγάλη ἑορτή τοῦ Πάσχα, ὁ Κύριος πορεύεται πρός τήν Ἱερουσαλήμ, πρός τό ἐκούσιο πάθος του. Καί σήμερα Σάββατο, ἕξι ἡμέρες πρίν τό Πάσχα, φθάνει στή Βηθανία, πού βρίσκεται κοντά στήν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ οἱ συγγενεῖς τοῦ Λαζάρου γεμᾶτοι εὐγνωμοσύνη πρός τόν Κύριο τοῦ παραθέτουν δεῖπνο, τό ὁποῖο φρόντισε νά ἑτοιμάσῃ ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μάρθα. Ἡ ἄλλη ἀδελφή του Μαρία σκέφθηκε νά ἐκδηλώσῃ τήν ἀνέκφραστη εὐγνωμοσύνη της μέ ἄλλο τρόπο. Ἀγόρασε πανάκριβο μύρο (325 γραμμάρια) πού παράγεται ἀπό τό φυτό νάρδος καί μ’ αὐτό ἄλειψε τά πόδια τοῦ Κυρίου. Στή συνέχεια μέ ταπείνωσι καί σεβασμό πολύ σκούπισε μέ τά μαλλιά της τά πόδια τοῦ Κυρίου. Καί ὅλο τό σπίτι γέμισε ἀπό τήν εὐωδία τοῦ μύρου.
Ὅλοι συγκινήθηκαν ἀπό τήν πρᾶξι αὐτή τῆς Μαρίας, ἐκτός ἀπό ἕναν, τόν Ἰούδα, ὁ ὁποῖος διαμαρτυρήθηκε λέγοντας: «Γιατί νά μήν πουληθῇ τό μύρο αὐτό γιά 300 δηνάρια (2 ἑκατομμύρια περίπου δραχμές) καί τά χρήματα νά δοθοῦν στούς πτωχούς;». Τό εἶπε αὐτό βέβαια ὄχι γιατί τόν ἐνδιέφεραν οἱ πτωχοί, ἀλλά ἤθελε νά ἁρπάξῃ ὁ ἴδιος αὐτά τά χρήματα· διότι ἦταν κλέπτης, καί ἔκλεβε καί ἄλλα ἀπό τό κοινό ταμεῖο πού εἶχε ἀναλάβει. Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος τοῦ ἀπαντᾷ.
– Ἄφησε ἥσυχη τή Μαρία. Διότι πρόλαβε μέ τό μύρο νά ἑτοιμάσῃ τό σῶμα μου γιά τήν ταφή. Τούς πτωχούς θά τούς ἔχετε πάντοτε μαζί σας γιά νά τούς βοηθᾶτε, ἐμένα ὅμως ὄχι, διότι σέ λίγες ἡμέρες θά πεθάνω.
Ο ΚΥΡΙΟΣ λοιπόν συνδέει τήν πρᾶξι τῆς Μαρίας μέ τόν θάνατό του καί τήν ταφή του. Ἡ Μαρία βέβαια δέν εἶχε αὐτό τό σκοπό, οὔτε μποροῦσε νά διανοηθῇ κάτι τέτοιο, ὅμως ὁ Κύριος αὐτό ἐπιβεβαιώνει. Καί μέ τήν ἑρμηνεία πού δίνει, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ἔχει διαρκῶς στραμμένη τή σκέψι του στό φοβερό πάθος του, στό θάνατο καί τήν ταφή του. Τόν συνέχει τό γεγονός, τόν ἀπορροφᾷ ἡ σταυρική θυσία. Γι’ αὐτό καί βιώνει τό πάθος του ὄχι μόνο τήν Μεγάλη Παρασκευή, οὔτε μόνο λίγες ἡμέρες πρίν, ἀλλά ἀκατάπαυστα ζῇ τό πάθος του καί πορεύεται πρός αὐτό. Αἰσθάνεται διαρκῶς τόν ἀβάσταχτο πόνο τοῦ μαρτυρίου, τό ἀσήκωτο βάρος τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ κόσμου, ἀλλά καί τήν ἀνέκφραστη χαρά τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Ἐμεῖς ἄραγε, ἔχουμε στραμμένο τό νοῦ καί τήν καρδιά μας στό μεγαλύτερο αὐτό γεγονός τῆς σωτηρίας μας; Μᾶς συνέχει ἡ θυσία τοῦ Κυρίου; Ὄχι μόνο τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἀλλά πάντοτε; Ἄν μπορούσαμε νά συλλάβουμε ἔστω καί λίγο τί ἔπαθε γιά μᾶς ὁ Κύριος, θά μᾶς συγκλόνιζε ἡ θυσία του, θά μᾶς ἀλλοίωνε ἡ ἄμετρος φιλανθρωπία του. Δυστυχῶς ὅμως ἐμεῖς συχνά ξεχνιόμαστε στήν καθημερινότητά μας, μᾶς ἀπορροφοῦν μάταια, γίηνα ἤ κάποτε ἁμαρτωλά πράγματα.
Ἄς μᾶς συγκινήσῃ λοιπόν ἡ θυσία τοῦ Κυρίου. Νά γίνῃ ὁ σταυρωθείς Κύριος κέντρο τῆς ζωῆς μας, ἀσίγαστος πόθος μας, μέγας ἀναμενόμενος. Νά τόν προσμένουμε καθημερινά στή ζωή μας μέ ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη· καί ὄχι μέ τά εὐμετάβλητα καί ἐπιδερμικά συναισθήματα τοῦ πλήθους τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων γιά τά ὁποῖα ὁμιλεῖ ἡ συνέχεια τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου.
2. ΥΠΟΔΟΧΗ ΣΤΙΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΜΑΣ
Ἡ εἴδησι τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου στή Βηθανία κυκλοφόρησε ἀστραπιαία σ’ ὅλη τήν Ἱερουσαλήμ. Ἄρχισαν λοιπόν νά καταφθάνουν πλήθη λαοῦ γιά νά δοῦν ὄχι μόνον τόν Ἰησοῦ ἀλλά καί τόν ἀναστημένο Λάζαρο. Ἀρκετοί μάλιστα αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἐπιβεβαίωναν τό θαῦμα καί ἔτσι πίστευαν πολλοί στόν Κύριο. Αὐτό ὅμως ἀναστάτωσε τούς ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀποφάσισαν νά θανατώσουν ὄχι μόνον τόν Ἰησοῦ, ἀλλά καί τόν Λάζαρο.
Τήν ἄλλη τώρα ἡμέρα, μόλις ὁ Κύριος ξεκίνησε γιά τήν Ἱερουσαλήμ, ἀμέτρητα πλήθη λαοῦ δέν μποροῦσαν νά συγκρατήσουν τόν ἐνθουσιασμό τους. Ἔκοβαν κλαδιά ἀπό φοίνικες καί ἔβγαιναν ἔξω ἀπό τήν πόλι μέ χαρά γιά νά ὑποδεχθοῦν τόν Κύριο. Καί μόλις τόν ἀντίκρυζαν ἄρχιζαν νά φωνάζουν δυνατά καί νά ζητωκραυγάζουν: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ». Ὁ Κύριος ἐρχόταν στήν πόλι «καθήμενος ἐπί πῶλον ὄνου» ὅπως τό εἶχε προφητεύσει ὁ προφήτης Ζαχαρίας: «Μή φοβᾶσαι Ἱερουσαλήμ, γιατί ὁ βασιλιᾶς σου ἔρχεται ὄχι σάν τύραννος, ἀλλά πρᾶος καί ταπεινός, καθισμένος πάνω σέ γαϊδουράκι». Βέβαια οἱ μαθηταί δέν κατάλαβαν τότε ὅτι ἐκπληρώνονταν οἱ λόγοι τοῦ προφήτου. Τό κατάλαβαν ὅμως ἀργότερα, μετά τήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου φωτισμένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
ΥΠΟΔΟΧΗ πραγματικά μεγελειώδης. Ἀλλά ποιόν νομίζουν ὅτι ὑποδέχονται οἱ Ἰσραηλίτες; Ἕναν κοσμικό ἄρχοντα πού θά ἐγκαθιδρύσῃ μιά ἐπίγειο βασιλεία. Δέν μποροῦν νά συλλάβουν ὅτι ὑποδέχονται τόν βασιλέα ὄχι τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλά μιᾶς οὐρανίου βασιλείας. Εἶναι ὁ βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων· βασιλεύς ὄχι κρατῶν ἀλλά καρδιῶν. Καί δέν ζητεῖ τίποτε ἄλλο ἀπό ἐμᾶς παρά μόνο τήν ἀγάπη μας καί τή ἀφοσίωσί μας.
Ἄς τρέξουμε λοιπόν κι ἐμεῖς σήμερα νά ὑποδεχθοῦμε τόν Κύριό μας, ὄχι ὡς ἐπίγειο βασιλέα ἀλλά ὡς τόν Βασιλέα τῶν καρδιῶν μας. Κι ἀντί γιά κλάδους φοινίκων, ἄς τοῦ προσφέρουμε τήν ἀγάπη καί τή λατρεία μας, ἄς τοῦ προσφέρουμε τίς καρδιές μας. Κάθε κτύπος τῆς καρδιας μας νά κτυπᾶ γιά ἐκεῖνον. Καί θά ἔρθῃ ἡ ἡμέρα ἡ μοναδική, ἡ ἀστραφτερή καί παμφώτεινη γιά νά μᾶς ὑποδεχθῇ πλέον Ἐκεῖνος στή Βασιλεία του καί μᾶς κάνῃ μετόχους τῆς αἰώνιου εὐτυχίας.
Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 28 Ἀπριλίου 2024
(ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Δ´ 4 – 9)
Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. ὁ Κύριος ἐγγύς. μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ’ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν.
Απόδοση σε απλή γλώσσα:
(ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Δ´ 4 – 9)
Χαίρετε πάντοτε τὴν χαράν, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἕνωσιν καὶ κοινωνίαν μας μὲ τὸν Κύριον. Πάλιν θὰ εἴπω, χαίρετε. Ἡ ἐπιείκειά σας καὶ ἡ ὑποχωρητικότης σας ἂς γίνῃ γνωστὴ εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ εἰς αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἀπίστους. Ὁ Κύριος πλησιάζει νὰ ἔλθῃ καὶ θὰ ἀποδώσῃ αὐτὸς εἰς ἕκαστον ὅ,τι τοῦ ἀνήκει. Μὴ κυριεύεσθε ἀπὸ ἀγωνιώδη φροντίδα διὰ τίποτε, ἀλλὰ διὰ κάθε τι ποὺ σᾶς παρουσιάζεται, κάνετε γνωστὰ τὰ αἰτήματά σας πρὸς τὸν Θεόν διὰ τῆς προσευχῆς καὶ διὰ τῆς δεήσεως, αἱ ὁποῖαι πρέπει νὰ συνοδεύωνται καὶ μὲ εὐγνώμονα εὐχαριστίαν δι’ ὅσα ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωκε. Καὶ ἔτσι, ὅταν διώχνετε κάθε μέριμναν καὶ ἐμπιστεύεσθε τὸν ἑαυτόν σας εἰς τὴν θείαν Πρόνοιαν, ἡ εἰρήνη ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς καὶ τὴν μεταδίδει εἰς τοὺς ἰδικούς του, τῆς ὁποίας τὴν τελειότητα κάθε νοῦς, εἴτε ἀνθρώπινος εἴτε ἀγγελικὸς δὲν ἠμπορεῖ νὰ νοιώσῃ, θὰ φρουρήσῃ τὰς καρδίας σας καὶ τὰς σκέψεις σας, ἐφ’ ὅσον μένετε ἐνωμένοι μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Καὶ τώρα ἀπομένει, ἀδελφοί μου, νὰ σᾶς ἀπευθύνω καὶ μίαν ἄλλην προτροπήν· ὅσα εἶναι ἀληθῆ, ὅσα εἶναι σεμνὰ καὶ σεβαστά, ὅσα εἶναι σύμφωνα μὲ τὸ δίκαιον, ὅσα εἶναι ἄμολυν τὰ καὶ ἁγνά, ὅσα εἶναι προσφιλῆ εἰς τὸν Θεόν καὶ εἰς τοὺς καλοὺς ἀνθρώπους, ὅσα ἔχουν καλὴν φήμην, καὶ ὁποιανδήποτε ἄλλην ἀρετὴν καὶ ὁποιονδήποτε ἔργον ἀγαθόν, ποὺ εἶναι ἄξιον ἐπαίνου, αὐτὰ νὰ συλλογίζεσθε καὶ νὰ προσέχετε, ὥστε καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόζετε εἰς τὸν βίον σας. Αὐτά, ποὺ ἐμάθατε καὶ παρελάβατε διὰ τῆς προφορικῆς διδασκαλίας μου καὶ τὰ ἠκούσατε καὶ τὰ εἴδατε εἰς τὴν ὅλην συμπεριφορὰν καὶ διαγωγήν μου, ταῦτα νὰ πράττετε. Καὶ τότε ὁ Θεός, ποὺ εἶναι ὁ χορηγὸς τῆς εἰρήνης, θὰ εἶναι μαζί σας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου