ΑΠΑΝΤΑ ΤΟΜΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ, ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ
Γράφοντες ἐκ χρονογραφικοῦ καθήκοντος τὰ κατωτέρω, δὲν πιστεύομεν νὰ κριθῶμεν παρ᾿ οὐδενὸς ὡς φιλότουρκοι, ἢ ὡς ὑποτιμῶντες τὴν δεδοκιμασμένην καὶ θαυμαστὴν ἀνδρείαν τοῦ ἡμετέρου στρατοῦ.
Ἐξ ἐναντίας, πᾶς ἔπαινος διὰ τὴν ἀνδρείαν τοῦ ἀντιπάλου εἶναι τὸ λαμπρότερον καὶ ἀσφαλέστερον πιστοποιητικὸν περὶ τῆς ἀνδρείας τοῦ νικητοῦ του.
Σχεδὸν ἀπαρατήρητος καὶ ἀσχολίαστος παρῆλθε μία φράσις γενναίου μαχητοῦ, ἱκανὴ μόνη νὰ ὁδηγήσῃ τὸν προφέροντα αὐτὴν ἐν ὥρᾳ τοιούτου κινδύνου εἰς τὴν ἀνωτάτην βαθμίδα τῆς ἀθανασίας.
Ἡ ἀθανασία εἶναι τόσον ἰδιότροπος καὶ ἀναγνωρίζεται ὑπὸ τοσοῦτον παραδόξους συνθήκας, ὥστε ἐνῷ βίου ὁλοκλήρου ἀγὼν ἀδυνατεῖ νὰ τὴν ἐπιτύχῃ, τὴν ἐπιτυγχάνει πολλάκις μία λέξις, μία κίνησις, ἓν βῆμα πρὸς τὰ ἐμπρός.
Ὡς ἄνθρωποι, ἔχοντες ἐν ἡμῖν ἔνστικτον τὸ συναίσθημα τοῦ καλοῦ καὶ γενναίου, ἄξιοι ἀπόγονοι τῶν ἱπποτικῶν ἡμῶν προγόνων, πρέπει μετὰ θαυμασμοῦ εἰλικρινοῦς καὶ σεβασμοῦ νὰ ἐπαναλάβωμεν τὴν μεγάλην φράσιν, ἣν Τοῦρκος ἀντίπαλος, διατελῶν ὑπὸ τὸ στόμιον τοῦ χαίνοντος ἑλληνικοῦ τηλεβόλου, ἀπέστειλεν ὡς ἀπάντησιν εἰς ἕτερον γενναῖον καὶ ἱπποτικὸν ἀξιωματικόν, τὸν πολιορκητήν του, ὅστις τῷ ἐπρότεινε τὴν παράδοσιν:
– Ἐφ᾿ ὅσον μοῦ μένει εἷς στρατιώτης καὶ ἓν φυσέκιον, δὲν παραδίδομαι.
Ἀγνοῶ πῶς ὀνομάζεται ὁ γενναῖος ἐκεῖνος Τοῦρκος ἀξιωματικός, ὅστις προετίμησε τὸν θάνατον ἀπὸ τῆς αἰχμαλωσίας.
Ἀλλὰ μὲ ὁποιονδήποτε ὄνομα καὶ ἂν τὸν ἐκάλει ὁ πατήρ του, ἡ ἀνθρωπότης πρέπει νὰ τὸν ὀνομάζῃ ἥρωα.
Καὶ τοῦ πρέπει, διότι ὁ ἡρωισμὸς οὔτε πατρίδα, οὔτε ἐθνικότητα, οὔτε θρησκείαν ἰδιαιτέραν ἔχει· εἶναι μέγα τι καὶ ἔνθεον διὰ τὸ ὁποῖον ἡ ἀνθρωπότης ἔχει ἀνεγείρει μοναδικὸν θρόνον, καὶ τὸ ἀνυψοῖ ἐκεῖ ὁπουδήποτε ἂν ἐμφανίζεται.
Ὑποθέτομεν ὅτι ὁ μεγαλύτερος ἀδάμας, ὅστις θὰ κοσμήσῃ τὰ νικηφόρα ὅπλα τοῦ γενναίου στρατοῦ μας τῆς κατοχῆς, εἶναι ἡ τιμὴ ὅτι ἐπολέμησαν ἥρωες πρὸς ἥρωας.
†Ἐπαναλαμβάνομεν† καὶ αὖθις νὰ εἴπωμεν ὅτι οὐδεὶς γνήσιος Ἕλλην θὰ μᾶς κακίσῃ διὰ τὰς ὀλίγας ταύτας λέξεις.
Ὁ Καμπρὼν ἀπεκλήθη γενναῖος ὑπὸ τοῦ ἐχθροῦ του, πρὶν ἀκόμη προφέρει τὴν περίφημον λέξιν του, ἥτις ἐνέπνευσε τὸν Οὑγκὼ εἰς τὸ θαυμασιώτερον κεφάλαιον τοῦ βιβλίου του, καὶ πρὶν ἐμέσῃ κατ᾿ αὐτοῦ τὸ πῦρ καὶ τὸν θάνατον τὸ ἐχθρικὸν πυροβόλον.
Ἀφοῦ δὲ ἐπρόφερεν τὴν λέξιν ἐκείνην, πᾶς ὅστις θὰ ἀπεκάλει αὐτὸν γενναῖον μόνον, θὰ τὸν ἐξηυτέλιζεν· ὁ Καμπρὼν ἀπὸ τῆς στιγμῆς ἐκείνης ἦτον ἀθάνατος!…
Καὶ δὲν ἦτον ἀθάνατος διὰ τοὺς Γάλλους μόνον· ἔμεινεν ἀθάνατος δι᾿ ὅλον τὸν κόσμον, πολὺ δὲ περισσότερον διὰ τὸν ἐχθρόν του, ὅστις εἶχε τὴν τιμὴν νὰ νικήσῃ τοιοῦτον ἥρωα!…
(1897)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου