Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ... Η πατρίδα.


 Μικρά διηγήματα από τις «Παλιές Αγάπες».

Στη Ρούμελ’ είναι η λεβεντιά
και στο Μοριά είν’ η γνώση,
– Μωρ’ εσύ ’σαι, Πέτρο;
– Γιωργάκη, εσύ!
Και με το σπιθοβόλημα των ματιών, που έδειχνε την ελπίδα της ψυχής· με την αποφασιστική ροπή, που φανέρωνε την ανυπομονησία των νεύρων· με το τρεμούλιασμα της φωνής, που πρόδινε της σάρκας τη συγκίνηση, άνοιξαν οργιές τα χέρια και ρίχτηκαν στην αγκαλιά ο ένας τ’ αλλουνού. Και από τον τόσο λαό, που περνοδιάβαινε έξω στο λιθοστρωμένο δρόμο της Σπηλιάς: τους Εβραίους, που ξυπόλυτοι κουβαλούσανε τ’ ασκιά από τα Τελωνείο· του ψωμά και του μανάβη και του κουρέα, που έκραζαν με ξεφω­νητά τους πελάτες· του σαράφη, που μπροστά στο τραπεζάκι του έπαιζε τα τάλιρα, βασανίζοντας με τον ήχο και τη λαμπρότη τους τον αντικρινό μπα­λωματή, κανείς ούτε πρόσεξε, ούτε ήταν ικανός να αισθανθεί τη λαχτάρα, που είχαν στο αγκάλιασμά τους οι δυο φίλοι.
Εδώ και πέντε λεφτά πριν ο ένας δε γνώριζε τον άλλον. Ο Γιωργάκης Λαμπρόπουλος καθότανε ανά­μεσα στις πραμάτειες του, στα στρώματα και τα σκοι­νιά, τις στοίβες των κεφαλοτυριών και τους σωρούς των γυαλικών, τους ώμους στηρίζοντας στην κάσα του, το κεφάλι μισογυρισμένο, τα μάτια μισοκλεισμένα, κάτω από την πλέχτρα των σκόρδων και του κερά­του, σαν πολεμιστής ανάμεσα στις δάφνες της νίκης του, κάτω από την αγαπημένη του σημαία. Καθώς όμως πάτησε στο κατώφλι ο Πετρολέτσος ψηλός, λεβεντόκορμος, ξεσκλιάρης μα μεγαλόπρεπος, ζητών­τας ένα όβολο τυρί να κολατσίσει, σαν να πλάκωσε ο ίσκιος του τον μπακάλη, σήκωσε το κεφάλι και η φωνή συγκλόνισε για μιας τ’ αποκαρωμένα νεύρα του. Σαν αστραπή πέρασε στο νου του η υποψία πως κάπου τ’ απάντησε το πρόσωπο εκείνο, κάπου την άκουσε κείνη τη φωνή, πως τ’ αγάπησε άλλοτε κείνο το κορμί. Η φαντασία του άρχισε να πλέκει την κλωνά της φωτεινή στα περασμένα, παντού ψηλα­φώντας και πασπατεύοντας, στα κλώσματα και τα παραστρατίσματα της εβδομηντάρικης ζωής του. Νε­κρούς ξέθαψε από τα μνήματα, ξανάνιωσε γερόντους, έσυρε σε λύπες και σε χαρές, σε φιλίες και σ’ έχθρητες, σε γάμους και σε νεκροπομπές. Μα δεν κατόρθωσε άλλο παρά να ζαλιστεί και να πονέσει· για τα χρόνια που έφυγαν, για τα παθήματα που τον ήβραν. Άξαφνα πέταξε μπροστά του ξανθομούστακος και γαλανομάτης παλικαράς, ο Πετρολέτσος, ο φίλος του, ο αδερφός του! Και τώρα ανάμεσα στο μαγαζί οι δυο φίλοι, ψαρομάλληδες, σαρακοφαγωμένοι, σφιχταγκαλιάζονται και γλυκοφιλιώνται με τα δάκρυα βροχή στα μάτια.
– Μωρ’ εσύ ’σαι, Πέτρο;
– Γιωργάκη, εσύ!
Τέλος χωριστήκανε κι ο ένας κοίταξε τον άλλον με περιέργεια. Μεγάλη απορία ζωγραφήθηκε στα πρό­σωπά τους, σαν να μη μπορούσαν να καταλάβουν πως έγινε κι από τα σπαρταριστά νιάτα γκρεμίστηκαν για μιας στ’ άχαρα γεράματα.
– Καημένε, γεράσαμε! είπε αργοκουνώντας το κεφάλι ο Λαμπρόπουλος.
– Γεράσαμε κι αλλάξαμε! πρόσθεσε ο Πετρολέτσος πικραμένος. Σωστός Κορφιάτης μου φαίνεσαι.
Και σφουγγίζοντας με το μανικοπουκάμισο τα δά­κρυά του, κοίταζε και ξανακοίταζε το φίλο του, σαν να ζητούσε κάτω από το βαρύ εκείνο σώμα, το στρογ­γυλό κεφάλι, τα κρεμαστά φρεσκοξουρισμένα μάγουλα, και τον παχύ λαιμό, το λυγερό παλιό του σύντροφο· σαν να ζητούσε κάτω από την υγρή και σουρτή μιλιά ν ακούσει τους στρογγυλούς μοραΐτικους ήχους· σαν να ήθελε να ιδεί τον αλαφρό αέρα του κορμιού και των ματιών το σπιθοβόλημα και το διαβολικό γοργο­παίξιμο του προσώπου, κάτω από το νυσταγμένο πρόσωπο ενού Κορφιάτη νοικοκύρη.
– Μωρ εσύ ’σαι ο Γιώργος, που τα ’βαλες μ’ όλους τους κοντοστάμπελους στην Οβριακή! φώναζε δυσκολόπιστος.
Ήρθε στο νου του άξαφνα η πρώτη φορά, που γνωριστήκανε μέσα στη Οβριακή, στο φοβερό καυγά. Ο Πετρολέτσος από μικρός στο νησί, όταν ο πατέ­ρας του πέρασε συφάμελος από τ’ Αργυρόκαστρο, φεύγοντας τη λύσσα του Αληπασά· ο Λαμπρόπουλος φευγάτος από τον Κάμπο της Γαστούνης για να γλυτώσει από τους μαχαιράδες του δημογέροντα, ήταν αδύνατο να γνωριστούν στον ξένον τόπο, που τον έσφιγγε και κείνον τον Σουλτάν Θωμά η αλύγιστη παλάμη. Μα όσα φέρν’ η ώρα δεν τα φέρνει όλος ο χρόνος. Ο Μοραΐτης στον καυγά εκείνο έδειξε φοβερή παλικαριά. Ξαρμάτωτος, μ’ ένα πόδι σκαμνιού στο χέρι ρίχτηκε στην αρματωμένη εξουσία, άνοιξε κεφά­λια, τσάκισε κόκαλα και τέλος τους σκόρπισε όλους. Ο Ρουμελιώτης από φυσικό του σεβασμό στην παλικαριά, έκρυψε το Μοραΐτη στο μαγαζί του, χωρίς να συλλογιστεί πως αν τον έβρισκαν, θα στέλνανε και κείνον στην κρεμάλα. Κατόρθωσαν όμως να μην ανακαλυφτούν κι έμειναν αιματωμένοι οι κοντοστάμπελοι και φίλοι αχώριστοι οι δυο νέοι. Μα τώρα πώς μπορούσε να πιστέψει ο Πετρολέτσος ότι το πιθάρι που κάθεται μπροστά του είναι κείνος ο παλικαράς; Και πάντα ίδιος, όπως στα νιάτα και στα γεράματα, ετοιμάζεται να σωριάσει θαυμαστικά για το ανδραγάθημα εκείνο. Η παλικαριά όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν παλιώνει.
Μα ο Λαμπρόπουλος του έκοψε τη φόρα:
– Άσ’ τα τώρα, περάσανε· είπε. Παλαβομάρες παιδιάτικες· όλο παλαβομάρες!… Και συ πως βρίσκεται; τι γένεσαι;
– Α! είπε με αδιαφορία μεγάλη· βουκόλος γυ­ρίζω… Αμ’ εσύ;
– Έχω τάλαρα!…
– Τι λες! αλήθεια; φώναξε ο Πετρολέτσος με χαρά. Μπράβο! Μα πώς, μωρ’ αδερφέ, πώς!…
– Πώς; με αγώνες και κόπους… Για φαντάσου πόσα χρόνια είναι που χωρίσαμε!
– Θυμάμαι και γω!… Σαν έφυγα για τον πό­λεμο εσύ πουλούσες σαπούνι στα καντούνια.
– Τι καλά που δε σε άκουσα να έρθω μαζί σου! Τι απόχτησες με τα τρεχάματά σου; Πες μου έχεις τίποτσι;
– Μπα· ό,τι φορώ κλέφτη δε φοβάμαι.
Και μ’ ένα βεργολύγισμα περήφανο, που δε θα το έκανε χρυσοφορεμένο βασιλόπουλο, έδειξε ο Ρουμελιώ­της τα τρυπημένα του γουρνοτσάρουχα, τις ξηλωμέ­νες κάλτσες του, τη λερή και ξεσκλισμένη φουστα­νέλα του τα ξεφτισμένα μεϊντανογέλεκα και το λιγδωμένο φέσι του. Έδειξε ακόμη στη μέση του το σιλάχι μαύρο, καταζαρωμένο, με το ξύγκι απάνω του σαν λέπια ψαριού, με το μαυρομάνικο λάζο μέσα και δυο τρεις αλυσίδες, που βαστούσανε δεξιά τον ασημοσουγιά κι ένα λουρί μισολιωμένο αριστερά με τρεις τοκάδες – μοναχή αρματωσιά και στολίδια του.
– Και βαστιόσουνα καλά σαν έφυγες· είπε κου­νώντας τα κεφάλι ο Λαμπρόπουλος. Το ψωμάδικό σου στην Πόρτα Ριάλα έκανε δουλειά· είχες ούλη την Οβριακή απάνου σου. Αν βάσταγες κεφάλι, τώρα θα είχες μηχανές και θα τάιζες ούλη τη χώρα. Ψεσινός άθρωπος ο Μεϊντάνης κι έχει εκατομμύριο!…
– Και δε θα ’χανα τους γονιούς μου!… πρόσ­θεσε ο Πετρολέτσος, στυλώνοντας το βλέμμα στον κούφιον αέρα, σαν να διάβαζε τα περασμένα.
– Οι γονιοί σου! φώναξε ο Λαμπρόπουλος, Οι γονιοί σου! Διακονιά βγήκανε! Το ξέρεις που βγήκαν διακονιά!… Ακούς ο Πετρολέτσος διακονιά! Ακούς η βαφτισιμιά του Τζαβέλλα διακονιά!… Και στο τέλος ο πατέρας σου γύριζε παλαβός στο Μαντούκι, μπαίγνιο του κόσμου κι η μάνα σου έπεσε στη Γαρίτσα και πνίγηκε…
– Σώπα για όνομα Θεού! σώπα!… είπε ο Πε­τρολέτσος, κουνώντας τα χέρια και γυρίζοντας τα μάτια, λες κι ήθελε να διώξει φοβερό φάντασμα.
Μα ο Μοραΐτης, σα να τον έπιασε ο πειρασμός εκείνος της φυλής του να γελάσει με την απελπισία του άλλου, να φανεί πως είναι έξυπνος, πως όλα με την τσαχπινιά του τα καταφέρνει και πως οι άλλοι χαντακώνονται σε φαντασίες μόνον, άρχισε με περισ­σότερο θυμό:
– Τι τσώπα, μωρέ, τι τσώπα! Ά δα δε σου τα ’λεγα, ο κακόρκος, από τότες: – Μωρέ, κάτσε και τήρα τη δουλειά σου! Καλά καθόμαστε δω· λευτεριά έχουμε με τσ’ Εγγλέζους.
– Μα τ’ αδέρφια μας … η Πατρίδα…
– Τι Πατρίδα; Πού σε είδε σένα η Πατρίδα; Πού την ξέρεις; Τάισε τσου γονιούς σου που πείνασαν;… Εσένα σε τάισε!… Μα να ειπείς ήταν και το μυαλό – παιδιάτικο μυαλό! Πρόσθεσε μαλακότερα ο Μοραΐτης. Να, εγώ που σου μιλώ έτσι, δε μπήκα στο καράβι με τσου Παργινούς να κατεβώ στη φωτιά;
– Α! έκαμε ο Πετρολέτσος, κοιτάζοντας το φίλο του κατάματα, σαν να έλεγε: Βλέπεις; Δεν έχω άδικο· η πατρίδα πάντα πατρίδα είναι· πονιέται!…
– Ναίσκε· εξακολούθησε κείνος χωρίς να τον προσέξει· πήγε τότενες ο Κυριακούλης να βαρέσει τσι Αρβανιτάδες στο Φανάρι και πήγαμε να τσου δώκουμε βοήθεια. Μα ώστε να φτάσουμε κει τελείωσε ο πόλεμος. Οι Μανιάτες με το λείψανο του Κυριακούλη κατεβήκανε στο Μισολόγγι κι οι Αρβανιτάδες αφέντευαν σ’ όλο το περγιάλι. Τότενες οι Παργινοί είπαν να κατέβουμε στο Μισολόγγι· μα εγώ κατάλαβα πως δεν ήμουν για πόλεμο και πέρασα ολονυχτίς στσου Παξούς. Από τότενες ήβρα την τύχη μου…
– Τότε που λες έκανα και γω τον πρώτο μου πό­λεμο· τον έκοψε ο Ρουμελιώτης. Βαρέσαμε τους Τούρ­κους στο Μοριά. Ήταν άμετρη Τουρκιά και λιγοστοί εμείς, μα διαλεγμένοι. Βαστάξανε καλά οι οχτροί, στο τέλος τσακίσανε… Όρε, μάτια μου, θέρο που στον κάναμε!
Κι έριξε τα μάτια του μακριά πύρινα, λες κι ήθελε να φωτίσει τα περασμένα. Είχε τα δασά του φρύδια σμιχτά· έσκαζε το ρουθούνι σαν να μυριζότανε τη μπαρούτη της μάχης· κουνούσε τα χέρια σαν να έδινε ζερβόδεξα σπαθιές θανατοφόρες κι έβλεπε τώρα να φεύγουν τους οχτρούς και νικήτριες την Πίστη και την Πατρίδα. Τα λόγια του φίλου του, το Φανάρι, ο Κυριακούλης, οι Αρβανίτες, λόγια αλησμόνητα στη ζωή του, γιατ’ ήταν της ζωής του τ’ όνειρο, στέγνω­σαν ευθύς τα δάκρυά του, έδιωξαν από τα φυλλοκάρδια του το φαρμάκι και τον φέρανε πάλι στην πρώτη του θέση, που δεν ήθελε ν’ αφήσει παρά νεκρός.
Μα ο Λαμπρόπουλος, κλωθογυρίζοντας κι αυτός στα περασμένα, περήφανος για το κατόρθωμά του, εξακολούθησε χωρίς να τον προσέξει.
– Στσου Παξούς, που λες, ήβρα δυο καλούς συν­τρόφους. Άξιοι αθρώποι! Δε χάνονταν σε λόγια. Βρίσκουμ’ ένα καϊκάκι και τραβούμε στα σκαλώματα του Μοριά και στα πόρτα τση Ρούμελης. Εκεί μας βοήθησε η τύχη στα γερά! Ήβλεπες στους έρμους κάβους και στα περγιάλια γυναίκες, άντρες, παιδιά, κατατρεγμένους από το τούρκικο ασκέρι. Άμα μας αγνάντευαν, αρχινούσαν τα σενιάλα να τους πάρουμε, να τους περάσουμε στα ξερονήσια του Κάλαμου. Κι έδιναν ό,τι είχαν: δαχτυλίδια διαμαντένια, ζουνάρια αξετίμωτα, μεταξωτά και λαχούρια, ό,τι άρπαξαν από τα σπίτια τους στην ώρα του φευγιού, τα ’διναν ούλα για να σωθούν από το λεπίδι, από τη σκλαβιά και την ατιμία. Δε λέω πως δεν κάναμε κι αδικιές· χωρίς αδικιά βιος δε γένεται. Το καϊκάκι μας δεν έπαιρνε πολλούς και μεις βάναμε διαλεόνα. Μπαρκά­ραμε πρώτα εκείνους που έδιναν τα πολλά, κι αν έμενε τόπος, μπαρκάραμε κι από τη φτώχια· είτ’ αλλιώς βουλώναμε τ’ αφτιά μας στα μοιρολόγια τους και κάναμε πανιά. Πολλές βολές θυμούμαι, πλάκωναν άξαφνα οι Τούρκοι και βλέπαμε τους έρμους να σκροπάνε και να γκρεμίζονται από τους βράχους στη θάλασσα για να μας φτάσουν να μας απλώνουν τα παιδιά, τους στην ώρα, που βυθιζόντουσαν στα κύ­ματα… Μα πολλουνώνε σώσαμε τη ζωή…
– Εγώ πήρα ζωές· μα τούρκικες ζωές! Έσπειρα κουφάρια στο διάβα μου, που χορτάσανε τα πετεινά κι αντρείεψε η γη μας… Μα δεν το πήρα τ’ αλλουνού το πράμα. Ό,τι πήρα το πήρα δίκαια, με το σπαθί μου!
– Κι εγώ δίκαια το πήρα. Στο Μισολόγγι…
– Έκαμες στο Μισολόγγι;
– Ναίσκε έκαμα στους δυο μπλόκους και στην έξοδο.
– Μωρέ, τι λες! Εγώ τότες ήμουνα με τον Κώστα Μπότσαρη κι ήρθαμε γυρεύοντάς σας… Μωρέ, πες μου τ’ αδέρφι, πολέμησες στο πλάι του Σιαδήμα! Είδες πώς γλίτωσε ο Μακρής; πώς χάθηκαν τα γυναι­κόπαιδα, πώς σκοτώθηκε ο Ραζικότσικας;
Ο Ρουμελιώτης, όπως όλοι του καιρού του, έτρεφε, άλλου είδους θαυμασμό στου Μεσολογγιού την ιστορία. Έγιναν κι άλλες μεγάλες μάχες, μακελειά φριχτά στον πικρόν εκείνον εννιαχρονίτικον αγώνα· δοξαστήκανε κι άλλες πολλές φορές τα ελληνικά όπλα· μα ό,τι έγινε στο Μεσολόγγι, το νόμιζαν κάτι εξαιρετικό και κείνους, που πολέμησαν εκεί, τους πίστευαν θεούς. Τώρα εκεί που άρχιζε ν’ αηδιάζει το Μοραΐτη, με μιας όλα τα λησμόνησε μπροστά στη σκέψη πως είναι αγωνιστής του Μεσολογγιού. Μα ο Λαμπρόπουλος γέλασε δυνατά.
– Τίποτσι δεν είδα· αποκρίθηκε με απάθεια. Είδα μανάχα που ήφερναν την άλλη μέρα τις Μεσολογγίτισσες αρμαθιασμένες στ’ αράπικο στρατόπεδο…
– Μωρ’ με τους Τούρκους ήσουνα!
– Κι αμέ; Έδινα χούφτα καπνό στους Αρβανιτάδες, χούφτ’ αφιόνι στους Αραπάδες κι έπαιρνα χούφτα μάλαμα και χούφτ’ ασήμι.
– Ου να μου χαθείς! βροντοφώναξε με αηδία ο Πετρολέτσος.
– Να χαθώ; Εσύ χάθηκες, κακόρκε, με τα μυαλά που ’χες!… Τη βλέπεις τούτη την καδένα; δεύτερη δε βρίσκεται στον κόσμο. Την πήρα για μια Μισολογγιτοπούλα, που πούλησα στον πρόξενο της Αούστριας στο Τσιρίγο.
Ο Πετρολέτσος πήγαινε να φρενιάσει από θυμό. Η ξετσιπωσιά του Μοραΐτη έφερνε το αίμα στα μάτια του και δυο τρεις φορές σκέφτηκε να του στρίψει το καρύδι, για να πάψει να λέει τις ατιμίες του. Άξαφνα χωρίς λόγο, βράζοντας από γεροντικά θυμό, σήκωσε βιαστικά το δεξί μανίκι κι έδειξε στο μπράτσο του μια φοβερή σπαθιά.
– Τη βλέπεις τούτη; φώναξε φέρνοντας το στα μάτια του Μοραΐτη· είναι σπαθιά! Την πήρα στο Κερατσίνι με τον Καραϊσκάκη. Ήμαστε λίγοι, στα δάχτυλα, όπως πάντα, κι οι Τούρκοι άμετροι. Με την πρώτη μπαταριά σκοτώνετ’ ο Μπαϊραχτάρης: – «Πετρολέτσο, δικό σου!» φωνάζει ο καπετάνος, με τον κόκκινο ντουλαμά του λάμποντας σαν Αϊ Γιώργης απάνω στ’ άλογό του. Με το λόγο τ’ άρπαξα κιόλας. Μας έμπλεξαν εκεί, μας ζώσανε απ’ ολούθε, μας στρί­μωξαν σε μια φράχτη, μας πήραν τις πλάτες… Κολύμ­πησα στα αίματα, μα το γλύτωσα το μπαϊράκι…
– Και τι απόχτησες; Πού είναι το σπίτι σου; Πού είν’ οι γονιοί σου, πού είν’ η φαμίλια σου;… Δε χάφτω μύγες εγώ, ακούς! Δε χάφτω μύγες!… Σαν τέλειωσε ο πόλεμος, γύρισα φορτωμένος εδώ. Μάζωξα, τους γονιούς μου από τα Καλύβια και τους έβαλα αφεντά­δες. Την αδερφή μου τη Ρήνη – θυμάσαι που της έκανες τα γλυκά μάτια κι έλεγα να σε κάμω γαμπρό; – την πάντρεψα με τιμές και δόξες και ζει αρχοντικά στον Πέλεκα. Εγώ παντρεύτηκα και πήρα μια κον­τέσα. Ετούτο το σπίτι δικό μου είναι και τ’ άλλο στα Μουράγια δικό μου και στη Σπιανάδα το ψηλό πάλε δικό μου. Εκείνος ο σαράφης είναι γιος μου, ο Νικολάκης· ακούς πώς παίζει τα τάλαρα στο χέρι σαν να παίζει κομπολόι; Τον άλλο, το δικηγόρο θαν τον κάνουμε βουλευτή· ετούτο το μαγαζί το κρατεί ο μικρότερος. Το μεγάλο λιοτρίβι στη Γαρίτσα· ένα λιοστάσι στους Άγιους Δέκα, μια περβόλα στον Πο­ταμό, όλα δικά μου!…
Ο Ρουμελιώτης χολοταράχτηκε. Στην ορμητική κουβέντα του φίλου του είδε να συνεπαίρνονται όλα του τα αισθήματα, όπως κάτω από το κατρακύλημα του νερού ξεριζώνονται και τρίβονται και αφανίζονται τα δροσερά πολυτρίχια του βράχου. Και στη θέση τους ένιωσε να φυτρώσει και να τον ενοχλεί μια απο­ρία πρωτόφαντη. Να αυτός, να κι ο φίλος του. Εκεί­νος αναπαύεται στους κόπους της νιότης του, τιμη­μένος από τον κόσμο, ευλογημένος από τους γονέους του, αγαπημένος από τους συγγενείς του. Προσμένει το θάνατο ήσυχος. Χέρια παιδιών θα του κλείσουν τα μάτια· μύριοι θα συναχτούν γύρω στο λείψανό του, να τον κλάψουν ειλικρινά και να βλογήσουν τη μνήμη του. Κι αυτός, που δεν αφιέρωσε ούτε ώρα της μακρι­νής ζωής του στη φροντίδα του εαυτού του, γυρίζει τώρα δίχως το τίποτε, περιφρονημένος από τον κόσμο, καταραμένος, βέβαια, από τους γονέους του, απορριμμένος από τους συγγενείς του. Και όταν κλείσει τα μάτια, θα πάει σαν το σκυλί στ’ αμπέλι. Ποιος λοιπόν είναι ο ίσος δρόμος, Θεέ μου!
Άξαφνα ο ερεθισμένος του λογισμός ύφανε εμπρός του εικόνα ολοζώντανη. Μια ασπροφόρα, με κορμί και πρόσωπο αγγελοκάμωτο, στεκότανε κοντά σε μια μεγάλη φωτιά. Γύρω στη φωτιά λίγος, μα εκλεχτός κόσμος ερχόταν κι έριχνε μέσα πλούτη, ονόματα, γονέους, παιδιά, αδέρφια· αγάπες, πόθους, όνειρα, φιλοδοξίες, πάθη. Η φωτιά τ’ άρπαζε όλα, τα κατά­πινε σαν φάρυγγας θεριού. Και η παρθένα με το πλάνο της χαμόγελο και το αυστηρό της βλέμμα, τους ζητούσε κι άλλα, «κι άλλα!» τους φώναζε πεισματάρα, απαιτητική, αχόρταγη. Και κείνοι, αφού έριχναν ό,τι κι αν είχαν μέσα, δίχως πίκρα, δίχως θυμό, έπεφταν τέλος κι οι ίδιοι και χάνονταν εκεί, όπως έσβησε και χώνεψε πριν κάθε χαρά τους και κάθε τους απόχτημα. Και κάτι του έλεγε μυστικά πως η παρθένα, η λάμια η αχόρταγη, ήταν η Πα­τρίδα. Ανυπόμονα έριξε τα μάτια περίγυρα να έβρει την ελπίδα, την ανταπόδοση να βρει σε κείνο τ ολο­καύτωμα· τίποτα!
– Έχεις δίκιο… δίκιο έχεις! εψιθύρισε με δακρυ­σμένα μάτια, με στήθος βαρύ, λες και καθότανε η Μόρα απάνω του.
Μα σύγκαιρα είδε την κόρη να τον κοιτάζει κατά­ματα και με το χέρι της να δείχνει μακριά. Γύρισε εκεί ο Πετρολέτσος κι είδε μια χώρα μεγάλη. Και μάντεψε αμέσως πως ήταν η Ελλάδα, ελεύθερη πέρα πέρα, δοξασμένη, λαμπροφώτιστη. Είχε πρωτεύουσα της την Πόλη την φτάλοφη και λατρευτό ναό της την Αγιασοφιά. Του Κωνσταντίνου τον τάφο άγιο λείψανο και των κλεφτών τ’ αρμούτια φυλαχτάρια της. Και ήταν ο στρατός της τρόμος της γης και φρίκη της θάλασσας ο χιλιάρμενος στόλος της και δόξα της Δη­μιουργίας ο λαός της, ο ημίθεος! Μονώρας ένιωσε μια μυλόπετρα να κυλά από πάνω του· τα πύρινά του αισθήματα τ’ απείκασε να χύνονται πάλι και να ξανάφτουν το αίμα του. Να τη λοιπόν την ελπίδα και την ανταπόδοση!… Πήδησε αγέρωχος, αυστη­ρός, όπως την ώρα που στο Κερατσίνι αγωνιζότανε με τους οχτρούς για το μπαϊράκι και στο «τι από­χτησες» που του πρόβαλε μ’ επιμονή ο Μοραΐτης,
– Την Πατρίδα μου! φώναξε χτυπώντας τα στήθη του δυνατά.
Ο Λαμπρόπουλος στην απροσδόκητη απάντηση έμεινε άλαλος. Ο Πετρολέτσος φαντάστηκε να στείλει και δεύτερη μπαταριά, να σαρώσει τα κακομοιρια­σμένα λείψανα του οχτρού. Με φωνή μεγάλη, αφεντική, σαν να μιλούσε από μέρος όλου του λαού του Εικοσιένα, του αδικημένου και αμνημόνευτου, ξανα­φώναξε πιο δυνατά.
– Ναι· έκαμα την Πατρίδα μου!
Read more » Διαβάστε Περισσότερα

Σαν σήμερα...26 Δεκεμβρίου.


 

Τα σημαντικότερα γεγονότα της 26ης Δεκεμβρίου


1606: Κάνει πρεμιέρα η τραγωδία του Ουίλιαμ Σέξπιρ «Βασιλιάς Λιρ».
1776: Οι αμερικανικές δυνάμεις υπό τη διοίκηση του Τζορτζ Ουάσινγκτον νικούν τους άγγλους στη Μάχη του Τρέντον.
1805: Το διπλωματικό τέλος της Μάχης του Αούστερλιτς γράφεται με τη Συνθήκη του Πρέσμπουργκ, σημερινή Μπρατισλάβα. Η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους παύει να υφίσταται, έπειτα από 900 χρόνια ύπαρξης. Η Ρωσία αποσύρεται από την Αυστρία και αναγνωρίζεται η κυριαρχία της Γαλλίας στην ιταλική χερσόνησο.
1825: Ο Ιμπραήμ φθάνει στο Μεσολόγγι και αναλαμβάνει τις επιχειρήσεις εναντίον της πόλης, αφού αντικαθιστά τον Κιουταχή στην αρχηγία των τοπικών τουρκικών στρατευμάτων.
1865: Ο αμερικανός Τζέιμς Μέισον λαμβάνει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το φίλτρο του καφέ.
1906: Προβάλλεται η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους στην ιστορία του κινηματογράφου, η αυστραλιανή παραγωγή «Η ιστορία της συμμορίας του Ναντ Κέλι», που κόστισε 450 δολάρια.
1912: Διακόπτονται οι διαπραγματεύσεις στο Λονδίνο για την ειρήνη στα Βαλκάνια, λόγω αδιαλλαξίας της Τουρκίας.
1925: Η Τουρκία υιοθετεί το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.
1933: Αρχίζει τη λειτουργία της στο Τόκιο η Nissan Motor Company.
1943: Αποτυγχάνει απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ, από τον κόμη Κλάους φον Στάουφενμπεργκ.
1944: Ο ευρισκόμενος στην Αθήνα βρετανός πρωθυπουργός, Γουίνστον Τσόρτσιλ, συμμετέχει σε σύσκεψη με τον έλληνα πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και τους εκπροσώπους του ΕΑΜ στο Υπουργείο Εξωτερικών. Η σύσκεψη ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα. Την ίδια ημέρα, ένας βρετανός στρατιώτης ανακαλύπτει μεγάλη ποσότητα δυναμίτιδας σε υπόνομο κοντά στη «Μεγάλη Βρετανία», με την οποία το ΕΑΜ σκόπευε να ανατινάξει το ιστορικό ξενοδοχείο, όπου είχε καταλύσει η αγγλική αντιπροσωπεία.
1949: Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν παρουσιάζει τη θεωρία του περί βαρύτητας.
1951: Ο Οργανισμός Έκδοσης Σχολικών Βιβλίων στην Ελλάδα αναλαμβάνει την έκδοση και των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων σε χαμηλές τιμές.
1977: Πρώτη εμφάνιση του Δημήτρη Σαραβάκου στα ποδοσφαιρικά γήπεδα με τη φανέλα του Πανιώνιου εναντίον του Αιγάλεω.
1982: «Ανθρωπος της χρονιάς» από το περιοδικό TIME ανακηρύσσεται ο... προσωπικός ηλεκτρονικός υπολογιστής.
1990: Η ρουμανική κυβέρνηση απελαύνει τον πρώην βασιλιά Μιχαήλ, λίγες ώρες μετά την επιστροφή του στο Βουκουρέστι, έπειτα από 43 χρόνια εξορίας.
1991: Στην τελευταία του συνεδρίαση, το Ανώτατο Σοβιέτ (σοβιετικό κοινοβούλιο) υιοθετεί ψήφισμα, που ορίζει το τέλος της ΕΣΣΔ.
1994: Στη Γαλλία, ειδικές δυνάμεις ασφαλείας θέτουν τέρμα στην αεροπειρατεία αεροσκάφους της Air France από αλγερινούς ισλαμιστές που είχαν εκτελέσει τρεις επιβάτες στις 24 Δεκεμβρίου. Νεκροί και οι τέσσερις αεροπειρατές.
1995: Το Λιμεναρχείο Καλύμνου ενημερώνει το Υπουργείο Εξωτερικών και αυτό με τη σειρά του το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών ότι αν δεν παρέμβει ρυμουλκό, το τουρκικό πλοίο που προσάραξε σε αβαθή ύδατα κοντά στην Ανατολική Ίμια θα κινδυνεύσει.
1995: Ο νικητής των βουλευτικών εκλογών στην Τουρκία και πρόεδρος του Iσλαμικού Κόμματος της Ευημερίας, Νετζμετίν Ερμπακάν, ζητά από τον πρόεδρο Ντεμιρέλ την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
1996: Η Συνθήκη για την καταπολέμηση της ερημοποίησης τίθεται σε ισχύ από τον ΟΗΕ.
1996: Την ίδια μέρα πραγματοποιείται η μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της Νότιας Κορέας. Συμμετέχουν 1,2 εκατομμύρια εργαζόμενοι στο τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας.
2003: Ισχυρός σεισμός μεγέθους 6,6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ ισοπεδώνει την ιστορική πόλη Μπαμ του Νοτίου Ιράν και προκαλεί το θάνατο 41.000 ανθρώπων.
2004: Ισχυρότατος σεισμός, μεγέθους 9,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, σημειώνεται στα ανοιχτά της Βόρειας Σουμάτρας. Τα παλιρροϊκά κύματα που ακολουθούν, σαρώνουν τα παράλια της Ινδονησίας, της Ταϊλάνδης, της Μαλαισίας, του Μπαγκλαντές, της Ινδίας, των Μαλδίβων Νήσων, της Σομαλίας και της Τανζανίας, αφήνοντας πίσω τους 230.000 νεκρούς.

Γεννήσεις

1791 - Ο βρετανός μαθηματικός και εφευρέτης, Τσαρλς Μπάμπατζ
1891 - Ο αμερικανός συγγραφέας, Χένρι Μίλερ (Ο τροπικός του Καρκίνου)
1893 - Ο μεγάλος τιμονιέρης της Κίνας, Μάο Τσε Τουνγκ
1909 - Η ρωσίδα πρίμα μπαλαρίνα, Γκαλίνα Ουλάνοβα
1918 - Ο πολιτικός και πρωθυπουργός, Γεώργιος Ράλλης

Θάνατοι

1771 - Ο γάλλος φιλόσοφος, Κλοντ Αντριέν Ελβέτιους, γνωστός στην Ελλάδα και ως Κλαύδιος Αδριανός Ελβέτιος 1890 - Ο γερμανός αρχαιολόγος, Ερρίκος Σλήμαν
1972 - Ο 33ος πρόεδρος των ΗΠΑ, Χάρι Τρούμαν
1997 - Ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης
2006 - Ο 38ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέραλντ Ράντολφ Φορντ, ο μοναδικός μη αιρετός πρόεδρος των ΗΠΑ.
http://www.newsbeast.gr
Read more » Διαβάστε Περισσότερα

Εορτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Κωνσταντίνου, του Νέου, του Ρώσου.

 Αποτέλεσμα εικόνας για Εορτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Κωνσταντίνου, του Νέου, του Ρώσου

Τη μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Κωνσταντίνου, του Νέου, του Ρώσου τιμά σήμερα, 26 Δεκεμβρίου, η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Κωνστάντιος καταγόταν από τη Ρωσία και ήταν εφημέριος στη Ρωσική Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Την περίοδο του Ρωσοτουρκικού πολέμου ήρθε στο Άγιον Όρος και έμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, απ'όπου και αναχώρησε στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα στους Άγιους Τόπους.
Κατόπιν επέστρεψε στη Μεγίστη Λαύρα, περιμένοντας την ειρήνη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας.
Όταν επιτεύχθηκε η ειρήνη, ο Άγιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη και παρέμεινε σαν εφημέριος στην ίδια πρεσβεία. Εκεί όμως, άγνωστο για ποιο λόγο, ήλθε σε προστριβή με τον Ρώσο Πρέσβη και είτε από φόβο είτε από θυμό, παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο και αρνήθηκε τον Χριστό. Για την ενέργειά του αυτή, έτυχε μεγάλων τιμών και περιποιήσεων από τους Τούρκους.
Μετά από λίγες ήμερες, κατάλαβε το μεγάλο του λάθος, μετανοημένος έκλαψε πικρά και πόθησε το μαρτύριο. Έτσι πέταξε τα τούρκικα ρούχα, φόρεσε ένα φθαρμένο ράσο, παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο και με θάρρος ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και αποκήρυξε τη θρησκεία του Μωάμεθ. Χωρίς καμία διαδικασία, οι Τούρκοι πήραν τον Άγιο και τον αποκεφάλισαν μπροστά στα ανάκτορα του Σουλτάνου το 1743 μ.Χ.
Read more » Διαβάστε Περισσότερα

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2025

ΔΕΛΤΙΟ ΚΑΙΡΟΥ για Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου.


 Τοπικές βροχές στα ανατολικά ηπειρωτικά και πρόσκαιρες καταιγίδες στο Ιόνιο, χιονοπτώσεις στα κεντρικά και βόρεια ορεινά ηπειρωτικά, τοπικά ισχυροί βορειοανατολικοί άνεμοι στο Βόρειο Αιγαίο, κατά τόπους παγετός τις βραδινές και πρώτες πρωινές ώρες στα βόρεια ηπειρωτικά, θερμοκρασία σε μικρή πτώση.

Πιο αναλυτικά:

Για την Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025 προβλέπονται νεφώσεις παροδικά αυξημένες, με τοπικές βροχές σε Ανατολική Θεσσαλία, Εύβοια, Σποράδες, Ανατολική Στερεά, Βορειοανατολική Πελοπόννησο και στο Ιόνιο με πρόσκαιρες καταιγίδες τις πρωινές ώρες στο Βόρειο Ιόνιο. Χιονοπτώσεις αναμένονται στα ορεινά της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Κεντρικής Στερεάς και τις πρωινές ώρες πρόσκαιρα σε ημιορεινές περιοχές της Θράκης. Παγετός θα εκδηλωθεί τις βραδινές και πρώτες πρωινές ώρες στα βόρεια ηπειρωτικά.

Η θερμοκρασία θα κυμανθεί από 3 έως 10 βαθμούς στη Βόρεια Ελλάδα (στη Δυτική Μακεδονία από 0 έως 6 βαθμούς), 9 έως 14 βαθμούς στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα, 8 έως 13 βαθμούς στη Δυτική Ελλάδα (στην Ήπειρο από 4 έως 10 βαθμούς), 11 έως 16 βαθμούς στις Κυκλάδες και στην Κρήτη, 11 έως 13 βαθμούς στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και από 11 έως 17 βαθμούς στα Δωδεκάνησα.

Οι άνεμοι θα πνέουν στο Αιγαίο από βόρειες διευθύνσεις μέτριοι 4-5 μποφόρ και τοπικά στο Βόρειο Αιγαίο ισχυροί 6 μποφόρ, ενώ στο Ιόνιο από ανατολικές-νοτιοανατολικές διευθύνσεις μέτριοι 4-5 μποφόρ και τις πρωινές ώρες στο Βόρειο Ιόνιο ισχυροί 6 μποφόρ, με βαθμιαία εξασθένηση.

Νεφώσεις παροδικά αυξημένες, με τοπικές βροχές τις πρωινές ώρες στα βόρεια τμήματα περιμένουμε την Παρασκευή στην Αττική. Η θερμοκρασία θα κυμανθεί από 9 έως 14 βαθμούς Κελσίου, αλλά στα βόρεια θα είναι 2-3 βαθμούς χαμηλότερη. Οι άνεμοι θα πνέουν από βόρειες διευθύνσεις ασθενείς έως σχεδόν μέτριοι 3-4 μποφόρ και στα ανατολικά μέτριοι 5 μποφόρ, με μικρή εξασθένηση.

Λίγες νεφώσεις, αυξημένες τις πρωινές ώρες με πιθανότητα ασθενούς βροχής περιμένουμε την Παρασκευή στη Θεσσαλονίκη. Η θερμοκρασία θα κυμανθεί από 8 έως 11 βαθμούς Κελσίου. Οι άνεμοι στο Θερμαϊκό θα πνέουν από βορειοδυτικές διευθύνσεις ασθενείς και το βράδυ μέτριοι 4-5 μποφόρ.

Read more » Διαβάστε Περισσότερα

Εορτάζοντες την 26ην του μηνός Δεκεμβρίου.

 Εορτάζοντες την  26ην του μηνός Δεκεμβρίου


 

    

  • Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

  • Η ΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ της Υπεραγίας Θεοτόκου

  • Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ο Ομολογητής, επίσκοπος Σάρδεων

  • Ο ΟΣΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ "ο εξ Ιουδαίων"

  • Ο ΟΣΙΟΣ ΕΥΑΡΕΣΤΟΣ

  • Ο ΑΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΣ ο Ρώσος, ο Νέος Ιερομάρτυρας

  • ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

Αναλυτικά

Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 

Απολυτίκιο. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως βρέφος βαστάζουσα, εν ταις αγκάλαις Αγνή, τον πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα εκ σου, χαράς ώφθης πρόξενος· όθεν πάσα η κτίσις, ανυμνεί χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, την φρικτήν σου λοχείαν πηγήν γαρ αθανασίας, κόσμω εκύησας.


Η ΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ της Υπεραγίας Θεοτόκου
Όταν οι μάγοι προσκύνησαν το Χριστό, αναχώρησαν για την πατρίδα τους, χωρίς να περάσουν από το βασιλιά Ηρώδη.

Τότε άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί με τη μητέρα του και να φύγει στην Αίγυπτο. Ευαγγέλιο Ματθαίου, Β' 13-18..

Και έμειναν εκεί, μέχρι πού πέθανε ο Ηρώδης, για να επαληθευθεί έτσι εκείνο που ελέχθη δια του προφήτου Ωσηέ:

"Εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου" (Ώσ. ία' 1).

Μετά τη φυγή του Κυρίου στην Αίγυπτο, ο Ηρώδης έστειλε στρατιώτες και θανάτωσαν όλα τα παιδιά που ήταν στη Βηθλεέμ και τα περίχωρά της, από ηλικίας δύο ετών και κάτω.

Διότι τόσο είχε υπολογίσει την ηλικία του Χριστού, Τον οποίο φοβόταν ότι θα του έπαιρνε τη βασιλεία.

Επίσης, η φυγή του Κυρίου στην Αίγυπτο, κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, φράσσει και τα στόματα των αιρετικών.

Διότι όπως λέει, αν δεν έφευγε ο Κύριος και φονευόταν από τον Ηρώδη , θα είχε εμποδιστεί η σωτηρία των ανθρώπων.

Αν πάλι τον συνελάμβαναν και δεν φονευόταν, θα έλεγαν πολλοί ότι δε φόρεσε ανθρώπινη σάρκα, αλλά μόνο κατά φαντασία. Έπειτα, η φυγή φανερώνει άλλη μια φορά, ότι τίποτα δεν μπορεί να ματαιώσει τα σχέδια του Θεού.
 


Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ο Ομολογητής, επίσκοπος Σάρδεων
Ο Σ. Ευστρατιάδης, στο Αγιολόγιό του, αναφέρει για τον Άγιο αυτόν τα εξής:

 Ήκμασεν επί της βασιλείας Κωνσταντίνου και Ειρήνης (780-797), γεννηθείς εν Λυκαονία και σπουδάσας εν Αλεξάνδρεια. Μετά την αποπεράτωσιν των σπουδών αυτού κατέφυγεν εις μονήν τίνα αποκαρείς μοναχός και διαπρέψας εν τη μοναχική πολιτεία· δια δε την αρετήν και την παιδείαν αυτού προεβιβάσθη εις τον μητροπολιτικόν θρόνον των Σάρδεων, λαβών μέρος εν τη κατά των εικονομάχων αθροισθείση εν Νίκαια το δεύτερον Εβδόμη οικουμενική συνόδω (787), εν ή την ορθήν της εκκλησίας δόξαν μετά παρρησίας και θάρρους καθωμολόγησε και υπέγραψε (ίδε Mansi, τ. XII, σ. 1087-1088). Τα εξαιρετικά αυτού προσόντα εκτιμώντες οι βασιλείς ενεπιστεύθησαν αυτώ διαφόρους δημοσίας αποστολάς, αλλ' επί της βασιλείας Νικηφόρου Α' (802-811), επί καταγγελία γενομένη παρά ανωτέρου υπαλλήλου εν Σάρδεσι ότι έκειρε μοναχήν κόρην, ην εζήτει ούτος εις γάμον, ο Ευθύμιος εξωρίσθη εις την νήσον Παττάλαραν λίαν ταλαιπωρηθείς. Εκ της εξορίας επανήλθεν εις Κωνσταντινούπολη (814), αλλά και πάλιν μετά την έκρηξιν της εικονομαχίας επί Λέοντος του Ισαύρου (813-820), οπαδός της εναντίας ταχθείς μερίδος, εξωρίσθη εις Άσσον (παρά το Αδραμύτιον), ένθα παρέμεινε μέχρι του θανάτου του Λέοντος ανακληθείς υπό Μιχαήλ του Τραυλού (820-829)· αλλά και τούτον καταβροντήσας δι' ων κατά πρόσωπον αυτού είπεν, "ει τίς ου προσκυνεί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν εικόνι περιγραπτόν ήτω ανάθεμα", εξώργισε και ηνάγκασε να εξορίσει αυτόν εις τον Ακρίταν, ένθα ενέκλεισεν αυτόν εις ζοφερωτάτην φυλακήν εκεί δια βουνεύρων τυπτόμενος και εκ των πληγών εξογκωθείς ως ασκός οκτώ ημέρας μετά την άθλησιν, προς Κύριον έξεδήμησε". Θεώ παραστάς, Ευθύμιε, τρισμάκαρ, πλήρης άληκτου τυγχάνεις ευθυμίας.
(Η μνήμη του Αγίου, από ορισμένους Συναξαριστές, περιττώς επαναλαμβάνεται και την 11η Οκτωβρίου.)


Ο ΟΣΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ "ο εξ Ιουδαίων"
Καταγόταν από τα Σύναδα της Φρυγίας, Εβραίος στο γένος, επέστρεψε στη Χριστιανική πίστη και βαπτίστηκε στη Μονή του Φουβουτίου, όπου είχε καταφύγει.

Από τη Μονή αυτή πήγε στον Όλυμπο και από τον Όλυμπο στα Μύρα της Λυκίας.

Κατόπιν επισκέφθηκε την Κύπρο, την Αττάλεια και άλλους τόπους για να καταλήξει και πάλι στον Όλυμπο, όπου έκανε αυστηρή νηστεία 40 ήμερων, χωμένος μέχρι τη μέση σ' ένα λάκκο.

Εκεί χειροτονήθηκε Ιερέας και στη συνέχεια έφυγε στην Ατρώα, όπου και απεβίωσε ειρηνικά.


Ο ΟΣΙΟΣ ΕΥΑΡΕΣΤΟΣ
Καταγόταν από τη Γαλατία από γονείς ένδοξους και επίσημους της χώρας αυτής.

Αφού καλά και όσια εκπαιδεύτηκε στη χώρα του, πήγε με τον πατέρα του στην Κωνσταντινούπολη επί Λέοντος του Ισαύρου (813-820) και τον φιλοξενούσε ο συγγενής του πατρίκιος Βρυέννιος.

Όταν αυτός στάλθηκε από τη βασίλισσα Θεοδώρα πρέσβυς στους Βούλγαρους, πήρε κοντά του και τον Ευάρεστο και όταν έφτασαν στον τόπο, που ονομαζόταν Σκόπελο, εκεί ο Ευάρεστος συνάντησε γέροντα ασκητή, στον οποίο προσκολλήθηκε και εκάρη μοναχός. Ο δε γέροντας, βλέποντας την υψηλή πνευματική έφεση του νέου, τον έστειλε με συστατική επιστολή στη Μονή Στουδίου, όπου ο Ευάρεστος διέπρεπε σαν αυστηρός ασκητής.

Εκεί λοιπόν οσιακά αφού έζησε και τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 79 χρονών.

Το δε τίμιο λείψανό του, εναποτέθηκε στη Μονή Κοκουρουβίου (ή Κοκκοροβίου).


Ο ΑΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΣ ο Ρώσος, ο Νέος Ιερομάρτυρας
Ο Κωνστάντιος καταγόταν από τη Ρωσία και υπηρετούσε σαν εφημέριος στη Ρωσική Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο ήλθε στο Άγιον Όρος και παρέμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα στη Μεγίστη Λαύρα, απ' όπου αναχώρησε στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα στους Άγιους Τόπους.

Επανήλθε στη Μεγίστη Λαύρα και περίμενε την ειρήνη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας.

Όταν επιτεύχθηκε η ειρήνη, ο Άγιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη και παρέμεινε σαν εφημέριος στην ίδια πρεσβεία.

Εκεί όμως, άγνωστο για ποιους λόγους, ήλθε σε προστριβή με τον Ρώσο Πρέσβη και είτε από φόβο είτε από θυμό, παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο και αρνήθηκε τον Χριστό.

Για την ενέργειά του αυτή, έτυχε μεγάλων τιμών και περιοποιήσεων από τους Τούρκους.

Μετά από λίγες ήμερες, συναισθάνθηκε το μεγάλο του ολίσθημα, μετανοημένος έκλαψε πικρά και πόθησε το μαρτύριο.

Έτσι πέταξε τα τούρκικα ρούχα, φόρεσε ένα φθαρμένο ράσο, παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο και με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό και αποκήρυξε τη θρησκεία του Μωάμεθ.

Χωρίς καμιά διαδικασία, οι Τούρκοι πήραν τον μάρτυρα και τον αποκεφάλισαν μπροστά στ' ανάκτορα του Σουλτάνου το 1743.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Κατά την 26η του μήνα αυτού, αν τύχει Κυριακή ή αν δεν τύχει Κυριακή οποιαδήποτε μέρα που να συμπίπτει 26 Δεκεμβρίου, τιμούμε τη μνήμη των Αγίων

Ιωσήφ του Μνηστήρα της Παρθένου Παναγίας,

του Δαβίδ του Προφήτη και βασιλιά και

Ιακώβου του Αδελφοθέου.

Δηλαδή, το κατά κόσμον γένος και οικογένεια του Χριστού.

(Συνήθως αυτή την Κυριακή, τελείται η θεία Λειτουργία του Αγ. Ιακώβου του Αδελφοθέου, που είναι μια από τις αρχαιότερες θ. Λειτουργίες).

Read more » Διαβάστε Περισσότερα

Σαν σήμερα...25 Δεκεμβρίου.


 

Τα σημαντικότερα γεγονότα της 25ης Δεκεμβρίου


274: Ο ρωμαίος αυτοκράτορας Αυρηλιανός αφιερώνει ένα ναό στο θεό Ήλιο, την ημέρα που οι Ρωμαίοι γιορτάζουν τη χειμερινή ισημερία και την αναγέννηση του ήλιου.
336: Γιορτάζονται για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα στη Ρώμη.
376: Καθιερώνεται στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντινής) ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου.
390: Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μέγας Θεοδόσιος παραδέχεται την ενοχή του σε διάπραξη μαζικών φόνων στη Θεσσαλονίκη και προβαίνει σε δημόσια απολογία, ενώπιον του αρχιεπισκόπου Μεδιολάνων Αμβροσίου.
800: Ο πάπας Λέων ΙΙΙ στέφει αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον Καρλομάγνο.
820: Δολοφονείται ο αυτοκράτορας Λέων Ε' εντός του Ιερού Ναού των Ανακτόρων. Στο θρόνο ανέρχεται ο Μιχαήλ Β' Τραυλός.
876: Ο βυζαντινός διοικητής του Υδρούντος (Otranto) αποσπά το Μπάρι από τους Φράγκους και το καθιστά προπύργιο της εξόρμησης των βυζαντινών στη νότια Ιταλία.
1000: Ιδρύεται το Βασίλειο της Ουγγαρίας από τον Στέφανο Α'.
1059: Ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Α' Κομνηνός παραιτείται από τον βυζαντινό θρόνο και τον διαδέχεται ο Κωνσταντίνος Ι' Δούκας.
1066: Ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής στέφεται βασιλιάς της Αγγλίας.
1100: Ο Βαλδουίνος Α' στέφεται στη Βασιλική της Γεννήσεως βασιλιάς της Ιερουσαλήμ.
1223: Ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης φτιάχνει την πρώτη σκηνή της Γέννησης (Φάτνη).
1261: Ο 11χρονος βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Δ' Λάσκαρης καθαιρείται και τυφλώνεται με διαταγή του συναυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου.
1734: Το Ορατόριο των Χριστουγέννων του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ παρουσιάζεται για πρώτη φορά στον Άγιο Θωμά της Λειψίας.
1741: Ο σουηδός αστρονόμος Άντερς Κέλσιους εισάγει την εκατονταβάθμια κλίμακα μέτρησης της θερμοκρασίας, που έκτοτε φέρει το επώνυμό του.
1818: Το τραγούδι του Φραντς Γιόζεφ Γκρούμπερ Silent Night (Άγια Νύχτα) παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Ναό του Αγίου Νικολάου στο Όμπερνσντορφ της Αυστρίας.
1822: Οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου, υπό τον Μ. Μαυροκορδάτο, αποκρούουν με επιτυχία μεγάλη επίθεση 20.000 περίπου τούρκων, υπό τον Ομέρ Βρυώνη.
1832: Ο πρώτος προφήτης της Εκκλησίας των Μορμόνων, Τζόζεφ Σμιθ, προλέγει τον Αμερικανικό Εμφύλιο (1861).
1911: Με ελληνικό βασιλικό διάταγμα ορίζεται ότι οι αρεοπαγίτες θα φέρουν τήβεννο, όταν βρίσκονται στην έδρα.
1926: Ο Χιροχίτο ανεβαίνει στο «θρόνο του παγονιού». Θα παραμείνει αυτοκράτορας της Ιαπωνίας ως το θάνατό του το 1989.
1932: Ισχυρός σεισμός, μεγέθους 7,6 Ρίχτερ συγκλονίζει την περιοχή Τσάνγκμα της Κίνας και προκαλεί το θάνατο 70.000 ανθρώπων.
1938: Η Βίβιαν Λι περνάει από οντισιόν και επιλέγεται από το σκηνοθέτη Ντέιβιντ Σέλτζνικ για το ρόλο της Σκάρλετ Ο' Χάρα στο «Όσα παίρνει ο Άνεμος».
1941: Η βρετανική φρουρά στο Χονγκ Κονγκ παραδίδεται στους Ιάπωνες.
1947: Ο «Δημοκρατικός Στρατός» επιτίθεται και καταλαμβάνει την Κόνιτσα.
1973: Καταρρέει το APRANET (πρώιμο Ίντερνετ) από ιό.
1979: Η Σοβιετική Ένωση εισβάλλει στο Αφγανιστάν για να υποστηρίξει το μαρξιστικό καθεστώς της χώρας.
1979: Η Αίγυπτος αρχίζει ευρείας κλίμακας εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης της περίφημης Σφίγγας.
1989: Ο πρώην δικτάτορας της Ρουμανίας Νικολάε Τσαουσέσκου και η γυναίκα του Έλενα, καταδικάζονται σε θάνατο από στρατοδικείο και εκτελούνται για γενοκτονία.
1991: Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ παραιτείται από πρόεδρος της ΕΣΣΔ, μετά την απόφαση 11 Δημοκρατιών να σχηματίσουν Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών (ΚΑΚ).
1995: Το τουρκικό φορτηγό πλοίο Φιγκέν Ακάτ προσαράζει σε αβαθή ύδατα κοντά στην Ανατολική Ίμια και εκπέμπει σήμα κινδύνου. Ο πλοίαρχός του αρνείται βοήθεια από το Λιμενικό, υποστηρίζοντας ότι βρίσκεται σε τουρκική περιοχή και ότι οι μόνες αρμόδιες είναι οι αρχές της χώρας του.

Γεννήσεις

4 π.Χ.-  Σύμφωνα με πολλούς ερευνητές, γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός (το έτος 0, σύμφωνα με τον Διονύσιο τον Μικρό),
1642 - Ο αγγλοεβραίος φυσικός, μαθηματικός και αστρονόμος, Άιζαακ Νιούτον, γνωστότερος στην Ελλάδα ως Ισαάκ Νεύτων
1821 - Η ιδρύτρια του αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, Κλάρα Μπάρτον
1870 - Η πολωνοαμερικανίδα επιχειρηματίας Έλενα Ρουμπινστάιν, ιδρύτρια της ομώνυμης εταιρείας καλλυντικών, το 1878 - Ο ελβετοαμερικανός οδηγός αγώνων ταχύτητας και ιδρυτής της ομώνυμης αυτοκινητοβιομηχανίας, Λουίς Σεβρολέτ
1887 - Ο αμερικανός μεγαλοξενοδόχος, Κόνραντ Χίλτον, που έδωσε το επώνυμό του στη γνωστή αλυσίδα ξενοδοχείων, 1899 - Ο αμερικανός ηθοποιός, Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, το 1918 ο στρατιωτικός πρόεδρος της Αιγύπτου Ανουάρ Ελ Σαντάτ
1943 - Η πολωνή ηθοποιός, Χάνα Σιγκούλα
1954 - Η σκοτσέζα τραγουδίστρια, Άνι Λένοξ, μέλος του συγκροτήματος «Eurythmics»
1955 - Ο συνθέτης, Σταμάτης Κραουνάκης

Θάνατοι

1973 - Ο τούρκος στρατηγός και πολιτικός, Ισμέτ Ινονού, (Μουσταφά Ισμέτ Πασά), ο οποίος το 1938 διαδέχτηκε στην προεδρία της Τουρκίας τον Κεμάλ Ατατούρκ
1977 - Ο άγγλος ηθοποιός, Τσάρλι Τσάπλιν, (Σαρλό)
1983 - Ο ισπανός σουρεαλιστής ζωγράφος, Χουάν Μιρό
1995 - Ο ιταλοαμερικανός ηθοποιός και τραγουδιστής, Ντιν Μάρτιν
2006 - Ο αμερικανός τραγουδοποιός, Τζέιμς Μπράουν, ο επονομαζόμενος και «Νονός της Σόουλ»
2008 - Η αμερικανίδα τραγουδίστρια, χορεύτρια και ηθοποιός, Έρθα Κιτ.
http://www.newsbeast.gr
Read more » Διαβάστε Περισσότερα

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ (από ένα παλιό αναγνωστικό).

 

Γέννηση Χριστού παλιό αναγνωστικό
***************
Τά Χριστούγεννα του γερο-Μάνθου
Είναι παραμονή των Χριστουγέννων. Ό γερο – Μάνθος κατέβηκε άπό τά κτήματα του στό χωριό. Θέλει νά γιορτάσει τή μεγάλη γιορτή μέ τά παιδιά του, νά πάει καί στην εκκλησία νά μεταλάβει. Στό χωριό έχει μεγάλους γιους καί δώδεκα εγγόνια.
Τή νύχτα πού χτύπησε ή καμπάνα, δλοι ξεκίνησαν γιά τήν εκκλησία. Ό παππούς φορεί τήν καινούρια φορεσιά του καί περπατεΐ καμαρωτός.
Στήν εκκλησία άναψε μιά μεγάλη λαμπάδα.
Προσκύνησε κι ασπάστηκε τήν εικόνα μέ τή Γέννηση του Χριστού. Τά παιδιά πήγαν κοντά
στον ψάλτη νά βοηθήσουν. Ψέλνουν μαζί του.
«Ή γέννησίς Σου, Χριστέ ό Θεός ημών…»

Τί γλυκά πού ακούονται οι ψαλμωδίες! Τί ωραίες πού είναι οι άγιες ευχές, πού διαβάζει ο παπα-Νικόλας! Ό παππούς όλα τά παρακολουθεί μέ προσοχή.
Όταν ή θεία λειτουργία τελείωσε, ό γερο-Μάνθος πλησίασε καί κοινώνησε. Έπειτα ό παπα – Νικόλας κοινώνησε καί τά παιδιά καί τούς άλλους καί τους έδωσε αντίδωρο.
Γεμάτοι άπ’ τη χάρη τοΰ Θεοϋ γυρίζουν τώρα όλοι στό σπίτι. Αρχίζει πιά νά χαράζει. Οί πετεινοί διαλαλούν πώς ξημέρωσε. Κικιρίκου! κικιρίκου!
Ό παππούς κάθεται στή γωνιά. Όλοι σκύβουν καί τοϋ φιλούν τό χέρι. Πρώτα οί νύφες, ύστερα οί γιοί, ύστερα τά εγγόνια.
— Χρόνια πολλά, παππού! Νά μας ζήσεις! Νά γιορτάσουμε καί του χρόνου καλά Χριστού-γεννα!
Ό παππούς συγκινημένος τους δίνει τήν ευχή του.
.
Από το παλιό Ανανγνωστικό της Β Δημοτικού,Αθήνα 1979
Για την αντιγραφή: ιστολόγιο «Αντέχουμε…»
Read more » Διαβάστε Περισσότερα

ΤΟ tsotilion.blogspot.gr ΣΑΣ ΕΥΧΕΤΑΙ ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΜΕ ΕΥΤΥΧΙΑ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ.

 

 

– Υγεία, Αγάπη, Ευτυχία, Όνειρα, Χαμόγελα, Δημιουργικότητα, Επιτυχίες… είναι μερικές μόνο από τις ευχές μας για τα φετινά Χριστούγεννα και τη νέα Χρονιά που πλησιάζει. Καλά Χριστούγεννα!
Οι άγιες μέρες που έρχονται ας φέρουν την ευτυχία στο σπίτι σας και ο καινούργιος χρόνος ας είναι γεμάτος όμορφες στιγμές και πολλά χαμόγελα.
Read more » Διαβάστε Περισσότερα

Σήμερα γεννήθηκε ο Χριστός! Σήμερα ήλθε στον κόσμο ο Κύριος!

 


Αγαπητοί Χριστιανοί,

 Σήμερα γεννήθηκε ὁ Χριστός!

Καί τό θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του, πού ξεπέρασε τούς νόμους τῆς φύσεως, ἐξέπληξε ὁλόκληρη τήν γῆ, ἀνεκαίνισε ὁλόκληρο τόν κόσμο, ἔκοψε τήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος στά δύο καί, ἀφοῦ ἐπέρασαν εἴκοσι αἰῶνες, μᾶς γνωστοποιεῖται πάλι σήμερα. Σήμερα γεννήθηκε ὁ Μεσσίας! Καί τό μήνυμα αὐτό πού τό ἔφεραν ἀπό τόν οὐρανό οἱ ἄγγελοι, τό ἐδέχθηκαν οἱ ποιμένες, σάν μιά ἀστραπή ξεχύθηκε στά πέρατα τῆς γῆς. Τό μήνυμα αὐτό, τό ὁποῖον ἐτάραξε τόν ‘Ηρώδη καί ὁλόκληρη τήν ‘Ιερουσαλήμ, σάν μιά πνευματική σάλπιγγα ἐσάλπισε ἀπό τόν ἕνα αἰῶνα στόν ἄλλον, ἀπό ἕνα σύνορο στό ἄλλο σύνορο, ἀπό παραλία σέ παραλία καί ἔφθασε σήμερα καί στίς καρδιές μας.

Τό μήνυμα αὐτό ἀκούοντάς το οἱ πτωχοί ἐχάρησαν, οἱ ἁμαρτωλοί ἤλπισαν, οἱ τυφλοί ἐφωτίσθηκαν, οἱ ἀσθενεῖς παρηγορήθησαν, ἐνῶ οἱ χωλοί ἐσκίρτησαν καί ἐχόρεψαν. Τό μήνυμα αὐτό ἀκούοντάς το οἱ ρήτορες ἐξεπλάγησαν, διότι τούς ἐδίδαξε νά σιωποῦν, τούς φιλοσόφους νά ἐντρέπωνται, τούς βασιλεῖς νά τρέμουν. Τό μήνυμα αὐτό ἔκαμε τήν μητέρα νά χαίρη, τήν παρθένο νά ψάλλη, ἐνῶ τό βρέφος νά σκιρτᾶ.

Σήμερα γεννήθηκε ὁ Σωτήρ! Καί ἡ οὐράνια τάξις τῶν ἀγγέλων ἐπλήσθη θείας χαρᾶς μέ τοῦτο τό γεγονός, τό ὁποῖον ἀπήγγειλαν οἱ ποιμένες, τό ἄκουσαν ἡ Παρθένος μέ τόν ‘Ιωσήφ, τό ἐπανέλαβαν τά ἔθνη καί διερχόμενο διά μέσου τῶν αἰώνων ἔφθασε σάν μήνυμα εἰρήνης τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό· ἰδού λοιπόν γιατί κι ἐμεῖς ἑορτάζουμε σήμερα.

Σήμερα ἦλθε στόν κόσμο ὁ Κύριος! Καί τό ἀστέρι πού ἀνέτειλε στήν ἀνατολή ἀναγγέλλοντας τό θαῦμα ἄνοιξε τόν δρόμο στούς τρεῖς μάγους καί τό διεμήνυσε πρός τίς γενεές τῶν ἀνθρώπων, πρός τούς βασιλεῖς, πρός τίς ἀναρίθμητες φυλές, καί ἰδού, τό βλέπουμε καί σήμερα νά λάμπη στόν οὐρανό τῆς ‘Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Κι αὐτό λοιπόν τό θαῦμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, τό καλό μήνυμα, τόν ὕμνο τῶν ἀγγέλων καί τό φῶς τοῦ ἀστέρος μᾶς συγκέντρωσαν στήν ἐκκλησία σήμερα, ‘Αδελφοί, γιά νά χαροῦμε μαζί μέ τόν Κύριο καί νά ἑορτάσουμε πνευματικά.

Σήμερα ὀργίζεται ὁ ‘Ηρώδης, ἀλλά εὐθυμοῦν οἱ φυλές τῆς γῆς. Ταράζεται ὅλη ἡ ‘Ιερουσαλήμ, ἀλλά χοροπηδοῦν ἀπό χαρά τά πέρατα τοῦ κόσμου. ‘Αμφιβάλλουν οἱ Γραμματεῖς τοῦ ‘Ισραήλ, ἀλλά πιστεύουν τά σπέρματα τῆς γῆς. ‘Ανησυχοῦν οἱ ἀρχιερεῖς τοῦ περιουσίου λαοῦ, ἀλλά Τόν περιμένουν τά πρόβατα, πού δέν ἔχουν τούς ποιμένες τῶν γλωσσῶν. Τόν ἀρνοῦνται τά παιδιά Του, ἀλλά Τόν ὑποδέχονται οἱ δοῦλοι Του. Τόν καταδικάζουν οἱ βλάσφημοι, ἀλλά Τόν προσκυνοῦν οἱ πιστοί. Ματαίως ταράζεται ὁ ‘Ηρώδης καί ὅλη ἡ διοικοῦσα τάξις τῆς ‘Ιερουσαλήμ μ’ Αὐτόν, διότι σήμερα ὁ Μεσσίας γεννήθηκε. Ματαίως Τόν κυττάζουν μέ τά μάτια οἱ ἐκλεκτοί τοῦ ‘Ισραήλ, διότι τά ἔθνη Τόν ἐδέχθηκαν. Ματαίως τό σπαθί τοῦ ‘Ηρώδη ζητεῖ νά Τόν θανατώση, διότι οἱ ξένοι Τόν ἔχουν καταφύγιό τους. Οἱ ἑβραῖοι Τοῦ ἔδωσαν μία ἁπλῆ καί ἀκάθαρτη σπηλιά, σάν νἆταν ξένος, ἐνῶ τά ἔθνη Τόν προσκύνησαν μέ τίς ἀναρίθμητες ἐκκλησίες σάν  Δεσπότη τῶν πάντων. Οἱ ἑβραῖοι Τόν ἐξάπλωσαν σέ μία φάτνη μέ ἄχυρα, ἐνῶ τά ἔθνη Τόν ἐστέγασαν στήν καρδιά τους. Οἱ ἑβραῖοι Τοῦ ἔδωσαν ὅ,τι πιό εὐτελές εἶχαν, ἐνῶ τά ἔθνη Τοῦ προσέφεραν χρυσό σάν βασιλέα, λιβάνι καί σμύρνα σάν Θεό καί ἄνθρωπο. Ματαίως ὀργίζεται ὁ ‘Ηρώδης, ἄμυαλα ἀποδεικνύονται τά παιδιά τοῦ ‘Ισραήλ, χωρίς ἐνοχή κόπτονται τά παιδιά τῆς Ραχήλ, διότι σήμερα γεννᾶται ὁ Χριστός καί ὅλα τά ἔθνη Τόν δοξάζουν. ‘Ο Χριστός ἐξ οὐρανοῦ ἔρχεται καί οἱ λαοί Τόν προϋπαντοῦν. ‘Ο Χριστός στήν γῆ φανερώνεται καί κάθε πνοή Τόν δοξολογεῖ.

Σήμερα ἦλθε τό πλήρωμα τῶν καιρῶν. Σήμερα οἱ χαρές ἀγγέλων καί ἀνθρώπων ἑνώνονται, ὁ οὐρανός μέ τήν γῆ συμφιλιώνεται, ὁ Θεός ἐπί γῆς κενώνεται καί στούς ἀνθρώπους ἀληθινά ἐμφανίζεται. Σήμερα ἡ Παλαιά καί ἡ Νέα Διαθήκη στήν Βηθλεέμ συναντῶνται. Σήμερα οἱ Προφῆτες εὐφραίνονται βλέποντας ὅτι ἐκπληρώνονται τά ὅσα οἱ ἴδιοι προεφήτευσαν ἀπό παλαιότερα.  Σήμερα ὁ ‘Αδάμ καί ἡ Εὔα ἔρχονται μέ χαρά νά προσκυνήσουν τόν Νέο ‘Αδάμ, τόν Χριστό.

῎Ας πᾶμε, ‘Αδελφοί, στό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ὡς ἀκόλουθοι τοῦ ἀστέρος τῆς πίστεως, γιά νά προσκυνήσουμε τό θαῦμα πού ἐπιτελέσθηκε. Θά συναντήσουμε μία μικρή σπηλιά, θά ἰδοῦμε μέσα τήν Παρθένο καθισμένη, θά ἰδοῦμε δίπλα τήν μορφή τοῦ γέροντος καί σεβαστοῦ δικαίου ‘Ιωσήφ, θά ἰδοῦμε τήν φάτνη μέ τά ἄχυρα δίπλα τουςὅ . καί ὦ τοῦ θαύματος!ὅ τό Θεῖον Βρέφος σπαργανωμένο μέσα στήν φάτνη. ‘Εκεῖ θά ἰδοῦμε τούς ἀγγέλους νά ψάλλουν, τούς ποιμένες νά δοξάζουν καί τούς μάγους νά προσκυνοῦν καί νά ἐναποθέτουν κοντά στό Βρέφος τά δῶρα τους.

Ελᾶτε, λοιπόν, ὅλες οἱ γενεές τῆς γῆς νά συναντήσουμε τόν Νυμφίο τῆς ‘Εκκλησίας, ὁ ‘Οποῖος ἐνεδύθη τά δικά μας ἐνδύματα γιά νά μᾶς θεοποιήση. ‘Ελᾶτε σήμερα ὅλοι οἱ λαοί νά συναδελφωθοῦμε, νά εἰρηνεύσουμε καί ἑνώνοντας τίς φωνές μας ἄς ὑποδεχθοῦμε μέ ὕμνους τόν προσδοκώμενο Μεσσία. ‘Ελᾶτε, Παρθένοι, νά ἰδῆτε μία Παρθένο πῶς γεννᾶ, χωρίς σαρκικό μολυσμό. ‘Ελᾶτε, μητέρες, νά ἰδῆτε τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πῶς δέν ἐντρέπεται νά γεννᾶ ἕνα Βρέφος. ‘Ελᾶτε, πιστοί, νά ἰδοῦμε μία Παρθένο πῶς κρατεῖ στήν ἀγκαλιά της Αὐτόν πού ἐκρέμασε τήν γῆ ἐπί τῶν ὑδάτων. ‘Ελᾶτε νά ἰδοῦμε τά δύο χέρια μιᾶς μητέρας λεχοῦς νά ἀγγίζη Αὐτόν πού ἀγγίζει τά ὄρη καί καπνίζονται (Ψαλμ. 103, 32). ‘Ελᾶτε νά ἰδοῦμε σπαργανωμένον μέ λωρίδες Αὐτόν πού καλύπτει τόν οὐρανό μέ τά νέφη καί τήν γῆ μέ τό χόρτο. ‘Ελᾶτε νά ἰδοῦμε πῶς τρέφει Αὐτόν πού τρέφει τόν κόσμο μέ ψωμί καί ποτίζει τήν γῆ μέ βροχή στόν κατάλληλο καιρό.

῏Ω, τοῦ θαύματος! ‘Ο Χριστός γεννᾶται καί ὁ ‘Ηρώδης θηριώνεται, ὁ ‘Ιησοῦς γίνεται ἄνθρωπος γιά φιλανθρωπία καί οἱ υἱοί τῶν ἀνθρώπων βγάζουν τό σπαθί ἀπό τήν θήκη καί τό ἀκονίζουν. ‘Ο Βασιλεύς τοῦ οὐρανοῦ γίνεται δοῦλος καί οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς βιάζονται νά Τόν βγάλουν ἀπό τήν ζωή. ‘Ο Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔρχεται νά μᾶς σώση κι ἐμεῖς τήν θύρα τῆς καρδιᾶς μας ἔχουμε ἀκόμη κλειστή. ῞Ομως τό μυστήριο ἐπιτελεῖται. Τό σπήλαιο Τόν δέχεται. Οἱ ἄγγελοι Τόν δοξολογοῦν. Οἱ ποιμένες Τόν ἀναγγέλλουν. Οἱ Μάγοι Τόν προσκυνοῦν. Τά ἔθνη Τόν πιστεύουν. ‘Η ‘Εκκλησία στερεώνεται. ‘Η Διαθήκη τῆς ἀγάπης γράφεται. ‘Η σωτηρία ἔρχεται.

‘Αγαπητοί Χριστιανοί,

‘Από τήν γέννησι τοῦ Κυρίου μας ‘Ιησοῦ Χριστοῦ καί μέχρι σήμερα ἐπέρασαν πάνω ἀπό εἴκοσι αἰῶνες. Σ’ αὐτή τήν μεγάλη χρονική περίοδο ἄλλαξαν οἱ πόλεις, οί τόποι, ἐπέρασαν βασιλεῖς καί ἄνθρωποι, ὅμως ἡ μικρή Βηθλεέμ- ἡ πόλις τῶν εὐφροσυνῶν καί τῶν στεναγμῶν- παρέμεινε σχεδόν ἡ ἴδια. ‘Εάν ζητήσουμε τήν σπηλιά στήν ὁποία γεννήθηκε ὁ Χριστός, δέν θά βροῦμε ἐκεῖ παρά ἕνα μικρό παρεκκλήσιο, στό ὁποῖο προσκυνοῦν καθημερινῶς ἑκατοντάδες καί χιλιάδες προσκυνητές ἀπό ὅλο τόν κόσμο. Δέν θά ἰδοῦμε ἐκεῖ οὔτε τήν Παρθένο, οὔτε τόν γέροντα ‘Ιωσήφ. Δέν θά συναντήσουμε οὔτε τούς μάγους τῆς Περσίας, οὔτε τούς ποιμένες τοῦ ‘Ισραήλ. Δέν θά βροῦμε ἐκεῖ οὔτε τήν φάτνη, οὔτε τό Θεῖο Βρέφος, οὔτε θά ἰδοῦμε τό ἀστέρι νά λάμπη ἀπό τήν ‘Ανατολή. ῞Ενα μεγάλο θαῦμα ἐπιτελέσθηκε! ‘Ιδού, σέ λίγο καιρό, ἡ σπηλιά μετατράπηκε σέ χιλιάδες μικρές καί μεγάλες ἐκκλησίες, πού στολίζουν μεγαλόπρεπα ὅλες τίς γωνίες τοῦ κόσμου. ‘Η πτωχή φάτνη μεταβλήθηκε ἐπίσης σέ ῞Αγιο Βῆμα. Τό Θεῖον Βρέφος μᾶς περιμένει τώρα ὑπό τήν μορφή τῶν ‘Αγίων Μυστηρίων. Τήν θέσι τῶν μάγων ἐπῆραν οἱ ‘Απόστολοι, ἐνῶ τῶν ποιμένων οἱ ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι μαζί φέρουν τό μήνυμα τῆς σωτηρίας σ’ὅλο τόν κόσμο. ‘Η χορεία τῶν ἁγίων ἀγγέλων δοξάζεται τώρα μέ τά ἑκατομμύρια τῶν ὁσίων καί μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι ἀδιακόπως ὑμνοῦν στούς οὐρανούς τόν ‘Αμνό τοῦ Θεοῦ. ‘Ενῶ ἡ ἀγγελική ψαλμωδία συνεχίζεται τώρα μέ τούς ἤχουν τῶν καμπάνων καί ἀπό τίς μελωδικές ἐκκλησιαστικές ψαλμωδίες πού ἀντηχοῦν σ’ὅλο τόν κόσμο. ‘Ο γέροντας ‘Ιωσήφ ἀπεικονίζει τήν Παλαιά Διαθήκη, ἐνῶ ἡ Παρθένος Μαρία τόν Νόμο τῆς Νέας Διαθήκης. Τά σπάργανα ἀπεικονίζουν τά ἱερά ἄμφια τῆς ‘Εκκλησίας. ‘Ο χρυσός, τήν δόξα τῆς θεότητος, τό λιβάνι, τίς προσευχές τῶν ἁγίων καί ὅλων τῶν Πιστῶν, ἐνῶ ἡ σμύρνα, τόν στολισμό μέ ἀγαθά ἔργα. Στό τέλος τό ἀστέρι συμβολίζει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο φωτίζει σάν μία λαμπάδα τήν πορεία ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου.

Συνεπῶς ὄχι στήν Βηθλεέμ τῆς ‘Ιουδαίας, ἀλλά στήν ‘Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ νά συγκεντρωθοῦμε σήμερα, ‘Αδελφοί, γιά νά τιμήσουμε τήν γέννησι τοῦ Χριστοῦ. ‘Εδῶ εἶναι τό σπήλαιο τῆς σωτηρίας μας, ἐδῶ ἡ θεία φάτνη. ‘Εδῶ εἶναι οἱ μάγοι τῶν ἐθνῶν, ἐδῶ οἱ ποιμένες τοῦ νέου ‘Ισραήλ. ‘Εδῶ εἶναι τό ἀστέρι, ἐδῶ τό φῶς, ἐδῶ τά Δῶρα τοῦ Πνεύματος. Καί ὑπεράνω ὅλων, ἐδῶ εἶναι τό Βρέφος ‘Ιησοῦς-ὁ Νυμφίος τῆς ‘Εκκλησίας.

Ας περάσουμε χαρούμενα αὐτή τήν ἡμέρα δίπλα στήν φάτνη τοῦ ‘Ιησοῦ. Δέν θά εἴμεθα ἐδῶ οἱ μόνοι ὁδοιπόροι, οἱ μόνοι προσκυνητές, οἱ μόνοι ἀγγελιοφόροι τοῦ θαύματος. Γύρω ἀπό τήν ‘Αγία Τράπεζα θά συναντήσουμε τούς ἐνδόξους τοῦ Χριστοῦ ‘Αποστόλους, τούς ἀξιοτίμους Μάρτυρες, τούς ἐκλεκτούς ‘Οσίους καί τήν χορεία ὅλων τῶν ‘Αγίων Πατέρων. Θά ἰδοῦμε ἐκεῖ μητέρες νά περιμένουν τήν παρηγορία ἀπό τήν Μητέρα, παρθένες νά ζητοῦν τήν βοήθεια τῆς Παρθένου, βρέφη νά ζητοῦν τήν εὐλογία τοῦ Θείου Βρέφους, ξένους νά ζητοῦν στέγη ἀπ’ Αὐτόν πού διώχθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους, καταπιεζομένους νά ζητοῦν δικαιοσύνη ἀπό τόν Κριτή. Θά συναντήσουμε ἀκόμη ἁμαρτωλούς νά περιμένουν τήν συγχώρησι, τυφλούς νά ἱκετεύουν γιά τό φῶς τους, πονεμένους νά προσδοκοῦν τήν θεραπεία τους, πεινασμένους νά ζητοῦν ψωμί, διψασμένους νά ἐπιθυμοῦν καθάριο νερό. ‘Αλλ’ ὅμως ἄς μή ἀπορήσουμε, ἐάν θά ἰδοῦμε ἔξω ἀπό τήν φάτνη τοῦ ‘Ιησοῦ καί ἀρκετούς ἀπίστους, οἱ ὁποῖοι βλασφημοῦν τόν Κτίστη, δυσπίστους, οἱ ὁποῖοι ἀμφισβητοῦν τό θαῦμα τῆς γεννήσεως, αἱρετικούς, πού θά σχίζουν τά σπάργανα τοῦ Βρέφους, ἁμαρτωλούς καί ἐπαναστάτες πού ταράζουν τήν ‘Εκκλησία, διχάζουν τίς ψυχές καί μισοῦν τό φῶς.

Μπαίνοντας ἐμεῖς καί μένοντας μέσα στήν ‘Εκκλησία, ‘Αδελφοί, σάν σ’ ἕνα πλοῖο, ἄς μή φοβούμεθα τήν ὀργή τοῦ ‘Ηρώδου, οὔτε τά στόματα τῶν αἱρετικῶν αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος. Διότι μέσα μας εἶναι ὁ Χριστός, ἔξω ὁ Μαμωνᾶς. Μέσα εἶναι οἱ ποιμένες καί ἔξω οἱ μάγοι· μέσα εἶναι τό ἀστέρι τοῦ φωτός, ἔξω ἡ ἔρημος τῆς ἀπωλείας. ‘Εδῶ ὁ βράχος τῆς δοξασμένης πίστεώς μας, ἔξω ἡ ἄμμος τῶν αἱρετικῶν. ‘Εδῶ εἶναι ἡ φάτνη τοῦ Βρέφους, ἔξω οἱ λεχῶνες χωρίς βρέφη. Μέσα εἶναι ἡ Παρθένος μέ τόν ‘Ιησοῦν στήν ἀγκαλιά της, ἔξω εἶναι οἱ μητέρες χωρίς τά βρέφη στίς ἀγκαλιές τους, διότι δέν τά ἀγάπησαν καί τά ἐσκότωσαν, πρίν τά γνωρίσουν. Μέσα εἶναι ἡ χαρά τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ κι ἔξω ὁ στεναγμός τῶν δολοφόνων μητέρων. Μέσα στήν ‘Εκκλησία εἶναι ὁ ῎Αρτος, κι ἔξω τά ψίχουλα, μέσα εἶναι ἡ καθαρά πηγή, κι ἔξω τά ταραγμένα νερά. ‘Εδῶ εἶναι οἱ ἀγγελικές ὑμνωδίες κι ἔξω οἱ φωνές τῆς ἀσωτίας. ‘Εδῶ εἶναι οἱ χαρές κι ἔξω τά δάκρυα. ‘Εδῶ εἶναι ὁ θάλαμος τοῦ Νυμφίου, ἐκεῖ ἔξω τά σπίτια τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν. ‘Εδῶ εἶναι τό κρῖνον τῆς Παρθένου, ἐκεῖ ἔξω εἶναι τά τριβόλια τῶν ἀπολαύσεων. ‘Εδῶ εἶναι ἡ λάμψις τοῦ χρυσοῦ κι ἔξω ἡ ἐντροπή τῶν ἁμαρτιῶν. ‘Εδῶ εἶναι τό εὐῶδες θυμίαμα κι ἔξω ὁ καπνός τῆς αἰωνίου σωτηρίας. Καί, γιά νά εἰπῶ μέ συντομία, στήν ‘Εκκλησία εἶναι ἡ ζωή καί ἔξω ἀπ’ αὐτήν εἶναι ὁ θάνατος. ‘Εδῶ ἡ ἀλήθεια κι ἔξω τό ψεῦδος. ‘Εδῶ εἶναι ἡ ὁδός κι ἔξω τό χάος τῶν αἱρέσεων.

‘Εμεῖς ὅμως, ‘Αδελφοί, ἐπειδή τρώγομε ἀπό τό ἴδιο ἄρτο τῆς ἀγάπης καί πίνουμε ἀπ’ ἐκεῖνο τό ποτήρι τῆς πίστεως, ἄς μή κλονιζώμεθα, ἀλλά, ἀφήνοντας ὅλα τά ἐξωτερικά, νά συγκεντρωνόμεθα γύρω ἀπό τήν φάτνη τοῦ ‘Ιησοῦ καί χαίροντες ἄς ψάλλουμε σήμερα μαζί μέ τούς ἀγγέλους: <Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία>. (Λουκ. 2, 14).

‘Αγαπητοί Χριστιανοί,

Θά ἔλθουμε στό τέλος αὐτοῦ τοῦ λόγου μας μέ δύο ἐρωτήσεις: Πρώτη ἐρώτησις: Πῶς ὑποδεχόμεθα ἐμεῖς τόν Χριστό σήμερα; Μέ ἀμφιβολία, ὅπως οἱ ἑβραῖοι τοῦ παλαιοῦ καιροῦ ἤ μέ πίστι, ὅπως οἱ μάγοι ἐξ ἀνατολῶν; ‘Αναπαύουμε τόν Κύριο στήν μυστική φάτνη τῆς καρδιᾶς μας, ἤ Τόν διώχνουμε ἀπό τό φρούριο τῆς ψυχῆς μας, παρόμοια μέ τόν ‘Ηρώδη; Θυσιάζουμε στόν Σωτῆρα τήν ζωή μας, τήν ψυχή, τήν δύναμι, τόν νοῦ καί κάθε τι πολύτιμο πού ἔχουμε; Συναντᾶμε ἐμεῖς σήμερα τόν Χριστό εἰρηνεύοντες μέ τούς ἄλλους, ἐξομολογούμενοι καί ἑνωμένοι μέ τά ῎Αχραντα Μυστήρια; ῎Η Τόν πλησιάζουμε γεμᾶτοι μῖσος, κακίες, ἀνεξομολόγητοι καί σκοτισμένοι ἀπό τά πάθη;

‘Αφήνω νά ἀπαντήση ὁ καθένας μἐ τήν συνείδησί του σ’αὐτή τήν ἐρώτησι, ἐνῶ ἐμεῖς, προτρεπόμενοι ἀπό τήν χαρά τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, ἄς περάσουμε στήν δεύτερη ἐρώτησι: Μεταφέρουμε ἐμεῖς τό καλό μήνυμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στά σπίτια μας, στά παιδιά, στούς συγγενεῖς μας καί στ’ ἀδέλφια μας; ῎Η, ἀδιαφορῶντας, ἀμφισβητοῦμε τό μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ;  Κάνουμε ἐμεῖς, ὅ,τι ἔκαμαν οἱ μάγοι καί ποιμένες, ἤ παραμένουμε ἀδιάφοροι μέχρι σήμερα;

Εάν παραμελήσαμε ἤ ἐλησμονήσαμε τό χριστιανικό μας καθῆκον στό παρελθόν, ἄς μή τεμπελιάσουμε ἀπό σήμερα καί ἑξῆς. Καθένας ἄς δώσει σέ κάποιον ἄλλον αὐτό τό καλό μήνυμα τοῦ θαύματος τῆς Βηθλεέμ.

‘Επιστρέψετε, λοιπόν, στά σπίτια σας. Μεταφέρετε τήν χαρά τῆς σωτηρίας ἐκεῖ πού δέν ἠμπορεῖ νά εἰσέλθη. Φιλοξενήσετε στά σπίτια σας τούς πτωχούς. Σπάστε τά τραπέζια τῶν δυστυχισμένων καί πᾶρτε τους κοντά σας. Πετάξτε τά προσκέφαλα τῶν ἀσθενῶν. Εἰσέλθετε ἐκεῖ πού δέν ἠμποροῦμε νά μποῦμε ἐμεῖς. Κτυπᾶτε τίς πόρτες τῶν διαπληκτιζομένων. Εἰρηνεύετε τούς διχασμένους, παρηγορήσετε τούς ταραγμένους, ἐνδυναμώσετε τούς ἀμφιβάλλοντας, θερμαίνετε τούς κλονισμένους στήν πίστι, φέρετε τόν ‘Ιησοῦ στούς πλανεμένους ἀδελφούς μας.

Ανοῖξτε σήμερα τίς πῦλες τῶν νοσοκομείων, περπατεῖσθε στά κατώφλια τῶν δυστυχισμένων, ἀκοῦστε τούς στεναγμούς τῶν ὀρφανῶν, μεταδώσετε σέ ὅλους τήν καλή ἀγγελία μαζί μέ μιά μικρή βοήθεια ἀπό τό περίσσευμα τῆς ἀγάπης σας καί νά εἰπῆτε σέ ὅλους ὅτι σήμερα γεννήθηκε στόν Κόσμο ὁ Κύριος. ‘Αμήν.

από το βιβλίο: «‘Ο Γέροντας π. ‘Υάκινθος Οὐντσιουλεάκ», ‘Ηγούμενος τῆς ‘Ιερᾶς Μονῆς Πούτνα Μολδαβίας Ρουμανίας

Μετάφρασις – ἐπιμέλεια
‘Υπό ‘Αδελφῶν τῆς ‘Ιερᾶς Μονῆς ‘Οσίου Γρηγορίου
‘Αγίου ῎Ορους
2001.

Read more » Διαβάστε Περισσότερα